του Χριστόφορου Φωκαΐδη
Όπως στην οικονομία, έτσι και στην πολιτική, όλα τα πράγματα έχουν ένα κόστος, το οποίο κάποιος πρέπει να πληρώσει. Ακόμα και το κόστος από την απουσία πολιτικής ευθύνης της κυβέρνησης, θα κληθεί στο τέλος να καταβάλει η ίδια η κοινωνία. Ο μηχανισμός μετακύλισης του κόστους αυτού περνά μέσα από τη σχέση συγκοινωνούντων δοχείων ανάμεσα στην έννοια της ευθύνης των κυβερνώντων, από τη μια, και της εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς την κυβέρνηση, από την άλλη. Θα έλεγε κανείς, με απλά λόγια, πως όση είναι η στάθμη της πολιτικής ευθύνης, τόση είναι (ή τείνει να είναι) και η εμπιστοσύνη της κοινωνίας.
Όπως πολύ εύστοχα υποδεικνύει ο Max Weber, η νομιμοποίηση ενός κράτους και της ίδιας της δημοκρατικής του διακυβέρνησης, περνά μέσα από την εμπιστοσύνη των πολιτών προς στους θεσμούς και στην τήρηση των υποχρεώσεων από εκείνους που υπηρετούν τους θεσμούς. Είναι γι’ αυτό, που η συνείδηση ευθύνης της ηγεσίας συνιστά θεμελιώδη προϋπόθεση δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Αυτό στα κοινοβουλευτικά συστήματα αντανακλάται μέσα από την πρόταση μομφής ή δυσπιστίας που μπορεί η αντιπολίτευση να καταθέσει στο κοινοβούλιο και τη ψήφο εμπιστοσύνης που χρειάζεται να λάβει η κυβέρνηση από τους αντιπροσώπους του λαού. Σε περίπτωση που δεν την εξασφαλίσει είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές.
Στα προεδρικά συστήματα, η σχέση μεταξύ πολιτικής ευθύνης και εμπιστοσύνης της κοινωνίας δεν βρίσκει έκφραση μέσα από τόσο άμεσες θεσμικές διαδικασίες. Ωστόσο, θα έλεγα πως η ανάγκη να συμβαδίζουν οι δύο αυτές έννοιες είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθότι στο προεδρικό σύστημα ο πρόεδρος, εκτός από επικεφαλής της κυβέρνησης, είναι ταυτόχρονα και επικεφαλής του κράτους. Πρέπει δηλαδή να διαδραματίζει και το ρόλο του εγγυητή της ενότητας του λαού και της διαφύλαξης των θεσμών.
Με όσα έχουμε παρακολουθήσει να συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες στη χώρα μας, μετά την ανακοίνωση του πορίσματος της Ερευνητικής Επιτροπής για το Μαρί και την αμφισβήτησή του από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας σοβαρής ηθικής και πολιτικής κρίσης, η οποία συνιστά εν τέλει κρίση της ίδιας της δημοκρατίας. Και το κρίσιμο ερώτημα είναι: πώς αποκαθίσταται, μετά απ’ αυτές τις εξελίξεις, το έλλειμμα εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς την κυβέρνηση αλλά και κατά επέκταση στους θεσμούς; Τι γίνεται όταν μια κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει πολιτική ευθύνη;
Είναι προφανές ότι η εγγενής ακαμψία του προεδρικού συστήματος καθιστά δυσκολότερη την αντανάκλαση στο επίπεδο της εξουσίας, μιας αλλαγής στο επίπεδο της λαϊκής βούλησης κατά τη διάρκεια μιας κυβερνητικής θητείας, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα και στην Κύπρο. Σε καμιά περίπτωση όμως η πολιτική ευθύνη δεν εξαφανίζεται. Αν το έλλειμμα εμπιστοσύνης της κοινωνίας δεν αποκατασταθεί μέσα από ανάληψη ευθύνης από την κυβέρνηση και καταφυγή στις κάλπες, τότε αυτό μεταφέρεται σωρευτικά (εκ των πραγμάτων και συμψηφιστικά), ως εκλογικό διακύβευμα στις επόμενες εκλογές.
Η παράταση αυτή, ωστόσο, που το προεδρικό σύστημα εξασφαλίζει προς τον πρόεδρο και την κυβέρνηση, καταβάλλεται, εν τω μεταξύ, ως κοινωνικό κόστος. Και αυτό, γιατί ο παρατεταμένος προεκλογικός ανταγωνισμός που αναπτύσσεται, προκειμένου η πολιτική ευθύνη να μεταφραστεί (ή όχι) σε εκλογική ευθύνη, δεν συμβάλλει οπωσδήποτε στη δημιουργία συναινέσεων για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονιστικές τομές που είναι απαραίτητες για κάθε κοινωνία. Αντίθετα, οδηγεί σε συνθήκες πόλωσης και αναπαραγωγής παλαιών πολιτικών και κοινωνικών διαιρέσεων, στο πλαίσιο συμψηφιστικών εκλογικών στρατηγικών. Αυτή η στρατηγική έχει αρχίσει ήδη να εφαρμόζεται από πλευράς ΑΚΕΛ (βλ. αναφορές σε χρηματιστήριο, Ήλιος, S300, πραξικόπημα κλπ).
Έτσι, το πολιτικό κόστος που δεν θέλει να πληρώσει ο πρόεδρος αναλαμβάνοντας πολιτική ευθύνη, μεταφέρεται ως κόστος εμπιστοσύνης της κοινωνίας προς την κυβέρνηση, το πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς γενικότερα, δυσχεραίνοντας την κοινωνικοοικονομική προοπτική της χώρας αλλά και υπονομεύοντας την ίδια την ποιότητα και το επίπεδο της δημοκρατίας.
Flickr Feed
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός σημειώνει την θετική εξέλιξη όπως οι δυο ηγέτες συναντηθούν απόψε για δείπνο.
Πρόκειται για μια συνάντηση, την οποία ζήτησε ευθύς εξαρχής μετά τις συνομιλίες στο Κρανς Μονταντά ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, η οποία στόχο έχει τον ειλικρινή διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των δυο πλευρών ώστε να καταστεί δυνατή η επανέναρξη των συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού.
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός θεωρεί ότι μόνο μέσω διαλόγου μπορεί να οδηγηθούμε στον εθνικό στόχο, που είναι η επίτευξη μιας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, προς όφελος όλων των Κυπρίων, Ελληνοκύπριων και Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι θα απολαμβάνουν σε συνθήκες ασφάλειας και ευημερίας τις βασικές ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και τις Ευρωπαϊκές Αρχές και Αξίες, οι οποίες αποτελούν και την καλύτερη εγγύηση, για ένα κράτος – μέλος της ΕΕ, πραγματικά ανεξάρτητο, χωρίς εγγυήσεις και μονομερή δικαιώματα τρίτων.
Καλούμε τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, κ. Μουσταφά Ακκιντζί, να επιδείξει θετική προσέγγιση και βούληση και να ατενίσει το μέλλον της επανενωμένης Κύπρου. Μια Κύπρο ελεύθερη, ανεξάρτητη, κυρίαρχη, η οποία ως μόνο μέλημά της θα έχει τα συμφέροντα των πολιτών της και της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, και μόνον, στην οποία ανήκουμε.
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός εκφράζει την πλήρη στήριξη του στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, κ. Νίκο Αναστασιάδη, και του εύχεται καλή επιτυχία για μια παραγωγική και θετική συνάντηση.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ & MME ΔΗΣΥ
Λευκωσία, 16 Απριλίου 2018
Όταν τον Μάρτιο του 2003, πραγματοποιείτο διαδήλωση έξω από την Αμερικάνικη Πρεσβεία στη Λευκωσία –με συμμετοχή και του ΑΚΕΛ- για την επέμβαση των δυτικών στο Ιράκ, την ίδια ώρα ο τότε γγ του ΑΚΕΛ και Πρόεδρος της Βουλής προήδρευε του Υπουργικού Συμβουλίου και ενέκρινε διευκολύνσεις προς τα αμερικανικά πολεμικά αεροσκάφη και άδεια χρήσης του FIR της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επί διακυβέρνησης ΑΚΕΛ, τον Σεπτέμβριο του 2010, σε δηλώσεις του ο τότε ΠτΔ κ. Χριστόφιας στο Ινστιτούτο Brookings των ΗΠΑ είπε μεταξύ άλλων ότι ο ίδιος ανέφερε στον Βρετανό Εργατικό πρωθυπουργό Γκόρντον Μπράουν να μην ανοίξουν τώρα θέμα βάσεων και αυτό «να το αφήσουν στα παιδιά και τα εγγόνια μας».
Οι στοιχειώδεις κανόνες πολιτικής δεοντολογίας λοιπόν επιβάλλουν τουλάχιστον έστω και λίγο σεβασμό προς τους πολίτες αλλά και προς την ιστορία.
Για άλλη μια φορά το ΑΚΕΛ, εν έτει 2018, πολιτεύεται με βάση την μεταπολεμική και ψυχροπολεμική ρητορική. Δικαίωμά του βεβαίως. Αλλά τουλάχιστον ας μην προβαίνει και σε νουθεσίες.
Δεν θα ακολουθήσουμε αυτή την ρητορική. Η θέση της Κυβέρνησης αλλά και του ΔΗΣΥ είναι ξεκάθαρη.
Καλούμε εκ νέου όλους μας να επιδείξουμε αυτοσυγκράτηση και σύνεση και να σταματήσουμε τους αυτοπυροβολισμούς.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ & MME ΔΗΣΥ
Λευκωσία, 15 Απριλίου 2018
Η βιαιότερη όψη του αντισημιτισμού εκφράστηκε μέσα από το Ολοκαύτωμα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Επρόκειτο για συστηματική εξόντωση των Εβραίων. Κάτι που αποτέλεσε και το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας της σύγχρονης ιστορίας.
Σήμερα, 12 Απριλίου (πέραν της 27ης Ιανουαρίου) είναι «Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος» και ο Δημοκρατικός Συναγερμός την σημειώνει.
Τέτοιες Ημέρες Μνήμης, μας θυμίζουν ότι ο κάθε άνθρωπος πρέπει να απολαμβάνει τα δικαιώματά του, ανεξαρτήτως θρησκείας, φυλής και χρώματος. Ότι το κάθε κράτος πρέπει να απολαμβάνει την ανεξαρτησία και τα δικαιώματά του χωρίς απειλές και παρεμβάσεις τρίτων.
Ημέρες Μνήμης, σαν την σημερινή, πρέπει να αποτελούν σημείο αναφοράς. Ότι η μισαλλοδοξία, ο φανατισμός και οι ακραίες θέσεις, δεν πρέπει και δεν μπορούν να έχουν θέση.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ & MME ΔΗΣΥ
Λευκωσία, 12 Απριλίου 2018
Holocaust Remembrance Day (Yom HaShoah)
The Holocaust in the 2nd World War was the most violent face of anti-Semitism; a systemic attempt to eradicate the Jewish population in Europe. It constitutes the biggest crime against humanity in recent history.
Today, April 12th (in addition to the International Holocaust Remembrance Day on January 27th), the Democratic Rally duly notes the “Holocaust Remembrance Day”.
Such Remembrance Days serve to remind us that every human being must enjoy undeniable human rights, regardless of religion, race or color. That every nation and state must enjoy its independence and sovereign rights without threats or interferences from third parties.
Remembrance Days such as today’s are a reference point. A stark reminder that intolerance, fanaticism and extreme positions must not and cannot have a place in today’s society.
DISY MEDIA & PRESS OFFICE
Nicosia, 12April 2018