Ο εκπρόσωπος τύπου του Δημοκρατικού Συναγερμού Τάσος Μητσόπουλος σε διάσκεψη τύπου αναφέρθηκε στα όσα συζήτησε σήμερα το Εκτελεστικό Γραφείο του κόμματος και υπογράμμισε ότι «η τυφλή βία και ο φανατισμός, ιδίως απέναντι σε αθώους και ανυποψίαστους πολίτες, δεν αποτελούν πατριωτισμό, αλλά πράξεις βαρβαρότητας που αγγίζουν τα όρια της προδοσίας. Το Εκτελεστικό Γραφείο εξέφρασε ανησυχία και για θέματα όπως την εγκύκλιο του Υπουργού Παιδείας, την οικονομία και το υδατικό.
‘Το Εκτελεστικό Γραφείο του ΔΗΣΥ έχει προχωρήσει στην απερίφραστη και κατηγορηματική καταδίκη των επεισοδίων που συνέβησαν το περασμένο Σάββατο εις βάρος Τ/κ συμπολιτών μας. Οφείλουμε όλοι μας, πολιτεία, πολιτικά κόμματα, σωματεία και οι ενεργοί πολίτες, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, να απομονώσουμε φασίζουσες συμπεριφορές και εξτρεμιστικά στοιχεία που επιχειρούν να μεταφέρουν το χουλιγκανισμό εκτός γηπέδων και να αποσταθεροποιήσουν την κοινωνική ομαλότητα”, είπε.
Πρόσθεσε ότι ”πρέπει επιτέλους να γίνει συνείδηση σε όλους μας ότι η τυφλή βία και ο φανατισμός, ιδίως απέναντι σε αθώους και ανυποψίαστους πολίτες, δεν είναι ούτε λεβεντιά, ούτε μαγκιά, ούτε πατριωτισμός”, αλλά ”αποτελούν πράξεις βαρβαρότητας, που χαρακτηρίζουν ανθρώπους χαμηλού νοητικού και πολιτιστικού επιπέδου, αποτελούν πράξεις που αυτή την ώρα και υπό τις σημερινές περιστάσεις εγγίζουν τα όρια της προδοσίας”.
Αναφερόμενος στην εγκύκλιο του Υπουργού Παιδείας που διαβάστηκε στα σχολεία, ο κ. Μητσόπουλος είπε ότι ”ο ΔΗΣΥ, ως φιλελεύθερη παράταξη, ενθαρρύνει την ανάπτυξη ελεύθερης και κριτικής σκέψης, ιδίως στο χώρο της εκπαίδευσης”, επισημαίνοντας ότι ”ένα όμως πράγμα είναι η κριτική ανάλυση και θεώρηση της ιστορίας μας και άλλο πράγμα είναι η, με κομματική διάθεση, διαστροφή πραγματικών ιστορικών γεγονότων”.
”Καλούμε την Κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει τις ιστορικές της ευθύνες και να τερματίσει κάθε προσπάθεια παραποίησης θέσεων και γεγονότων. Η προσπάθεια αυτή ετούτη την ώρα υπονομεύει τα θεμέλια της ενότητας και ομοψυχίας που είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίες”, πρόσθεσε.
Ο κ. Μητσόπουλος είπε ότι το Εκτελεστικό Γραφείο εξέφρασε την ”έντονη και σοβαρή ανησυχία του για την πορεία της οικονομίας, για τις επιπτώσεις στον Κύπριο καταναλωτή και βεβαίως για τις αρνητικές επιπτώσεις στα επίπεδα απασχόλησης”, και ότι ”ο ΔΗΣΥ, διά του αρμοδίου Επιτρόπου για θέματα οικονομίας, του Αναπληρωτή Προέδρου κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, έχει επισήμως και δημοσίως εισηγηθεί τη σύγκληση υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μιας ευρείας σύσκεψης, η οποία θα ανασκοπήσει τα ζητήματα της οικονομίας, θα ανταλλάξει απόψεις και εκτιμήσεις αναφορικά με την παρούσα κατάσταση και τις μελλοντικές εξελίξεις”, είπε.
Πρόσθεσε ότι στη σύσκεψη αυτή θα πρέπει να κληθούν, εκτός από τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες, όλοι οι κοινωνικοί εταίροι, οι επαγγελματικές οργώσεις και φορείς, εκπρόσωποι των τραπεζικών οργανώσεων και όσοι εμπλέκονται στα θέματα της οικονομίας.
Ο κ. Μητσόπουλος είπε, επίσης, ότι ο ΔΗΣΥ ”αναλαμβάνει άμεσα πρωτοβουλίες επαφών και διαλόγου, και στα πλαίσια αυτά επιτροπή, υπό τον κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, θα πραγματοποιήσει τις επόμενες ημέρες σειρά συναντήσεων με κοινωνικούς εταίρους και επαγγελματικές οργανώσεις, καθώς και με στελέχη της Κυβέρνησης”.
Οσον αφορά το υδατικό, ο κ. Μητσόπουλος είπε ότι ”εκφράζουμε την εντονότατη ανησυχία μας για την παρούσα κατάσταση στο υδατικό ζήτημα και επισημαίνουμε ότι, λόγω των κακών προγραμματισμών και των εξίσου κακών χειρισμών που έχουν μέχρι σήμερα γίνει, όχι μόνο κινδυνεύουμε να μείνουμε άμεσα χωρίς νερό, αλλά οι καθυστερήσεις που σημειώνονται στην υλοποίηση των αναγκαίων αναπτυξιακών έργων και έργων υποδομής χρησιμοποιούνται από την Κυβέρνηση ως άλλοθι για την καταστρατήγηση νόμιμων διαδικασιών”.
”Η πρακτική αυτή εγείρει σοβαρά και εύλογα ερωτηματικά ως προς τη διαφάνεια και τη νομιμότητα των κυβερνητικών χειρισμών. Για μας είναι ξεκάθαρο πως ο ΔΗΣΥ δεν θα συναινέσει σε ενέργειες που καταστρατηγούν τις αρχές της χρηστής διοίκησης. Το Εκτελεστικό Γραφείο έχει αποφασίσει να συστήσει ειδική επιτροπή, υπό την προεδρία του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου κ. Χρίστου Πουργουρίδη, η οποία θα αναλάβει την περαιτέρω διερεύνηση και παρακολούθηση του υδατικού προβλήματος και την κατάθεση ολοκληρωμένης πρότασης”, πρόσθεσε.