O κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Δημοκρατικού Συναγερμού Χρήστος Πουργουρίδης μιλώντας σε διάσκεψη τύπου χθες στη Λεμεσό δήλωσε ότι αισθάνεται δικαιωμένος και ικανοποιημένος με το περιεχόμενο της έκθεσης του Ελβετού βουλευτή Αντρέας Γκρος για την κατάσταση των Ελλήνων υπηκόων που έχουν υπόβαθρο τουρκικής κουλτούρας των ελληνικών νησιών της Ρόδου και της Κω.
Ο κ. Πουργουρίδης είπε ότι η Επιτροπή Νομικών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ) που συνεδρίασε στο Παρίσι την περασμένη Πέμπτη «ενέκρινε, σχεδόν ομόφωνα, την έκθεση του Ελβετού βουλευτή». Όπως ανέφερε, «εναντίον της έκθεσης ψήφισαν μόνο οι παρευρισκόμενοι Τούρκοι βουλευτές».
Σημείωσε ότι στην έκθεση του, ο Εισηγητής αναφέρει πως «δεν έχει παρατηρήσει καμία παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κατοίκων που έχουν υπόβαθρο τουρκικής κουλτούρας στα δύο αυτά νησιά».
«Οι κάτοικοι είναι περήφανοι για την ελληνική τους υπηκοότητα και παρόλο που έχουν στενούς μορφωτικούς και άλλους δεσμούς με την Τουρκία, εντούτοις δεν θεωρούν πως είναι Τούρκοι», είπε ο κ. Πουργουρίδης επικαλούμενος την έκθεση του κ. Γκρος. Ως εκ τούτου, πρόσθεσε, «εισηγήθηκε να γίνεται χρήση του όρου ‘κάτοικοι που έχουν υπόβαθρο τουρκικής κουλτούρας’ (having a Turkish cultural background)».
Ο Εισηγητής, συνέχισε, «έχει διαπιστώσει την ύπαρξη τριών ζητημάτων που χρήζουν καλύτερης ρύθμισης από τις ελληνικές Αρχές και καταγράφονται στην έκθεση».
Τα ζητήματα αυτά, είπε, αφορούν πρώτον, «στην καλύτερη ενημέρωση των γονέων για την ύπαρξη δυνατότητας τα παιδιά τους να παρακολουθούν απογευματινά μαθήματα τουρκικής γλώσσας που διοργανώνονται από τις εκπαιδευτικές αρχές της Ελληνικής Δημοκρατίας».
Δεύτερον, «στη διασφάλιση καλύτερης διαχείρισης των Βακουφιών ακινήτων και η Επιτροπή Διαχείρισης να λειτουργεί υπό συνθήκες πλήρους διαφάνειας και πλήρους ενημέρωσης των ενδιαφερομένων κατοίκων».
Και τρίτον, «οι μουσουλμάνοι των δύο αυτών νησιών να είναι ελεύθεροι να επιλέγουν τους Ιμάμηδες που θέλουν και πρόσθετα να διευκρινιστούν καλύτερα οι αρμοδιότητες των θρησκευτικών αυτών λειτουργών».
Ο Εισηγητής, πρόσθεσε, «συγχαίρει της ελληνικές αρχές για την ειλικρινή διάθεση τους να προστατεύσουν τα ιστορικά μνημεία των νησιών χωρίς καμία διάκριση».
Πρόσθετα, είπε, «κάμνει σύγκριση μεταξύ των κατοίκων που έχουν υπόβαθρο τουρκικής κουλτούρας στη Ρόδο και Κω και των κατοίκων ελληνικής καταγωγής στα νησιά της Ίμβρου και Τενέδου και καταλήγει πως δεν υπάρχει καμιά απολύτως ομοιότητα». «Οι πρώτοι ζουν σε συνθήκες απόλυτα ικανοποιητικές ενώ οι τελευταίοι αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα», σημείωσε.
Ο κ. Πουργουρίδης είπε επίσης ότι «οι Τούρκοι βουλευτές προσπάθησαν να μεταθέσουν τη συζήτηση του θέματος σε άλλη ημερομηνία, αλλά η σχετική πρόταση απορρίφθηκε με μεγάλη πλειοψηφία».
Επίσης, ανέφερε, «απορρίφθηκε πρόταση τους για να γίνει δεύτερη επίσκεψη από τον Εισηγητή για να μελετήσει καλύτερα την κατάσταση».
Επιπλέον, είπε ότι «οι παρευρισκόμενοι Έλληνες βουλευτές εξέφρασαν την ικανοποίηση τους για την αντικειμενικότητα της έκθεσης, η οποία καταρρίπτει προπαγάνδα ετών από διάφορους κύκλους για καταπίεση και δυσμενείς διακρίσεις σε βάρος των μουσουλμάνων της Ρόδου και Κω».
Ο κ. Πουργουρίδης υπενθύμισε ότι όταν υπέγραψε την πρόταση για να διοριστεί Εισηγητής για να διερευνήσει την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πολλοί, όπως είπε, χαρακτήρισαν την ενέργεια του αυτή «ως μια ενέργεια που άγγιζε τα όρια της προδοσίας, περίπου».
«Υπέδειξα τότε ότι η διερεύνηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να γίνεται για όλους τους ανθρώπους ανεξαίρετα και ότι η Ελλάδα ως μια δημοκρατική χώρα δεν είχε τίποτα να φοβηθεί από τη διερεύνηση των ισχυρισμών που προβάλλονταν για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Αυτή η έκθεση, πρόσθεσε, «που εγκρίθηκε σχεδόν ομόφωνα και προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των Τούρκων, δικαιώνει τις θέσεις που ανέπτυξα τότε κατά τρόπο πανηγυρικό και αποδεικνύει ότι χώρες ευνομούμενες δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τη διερεύνηση ισχυρισμών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Είπε, επίσης, ότι το αποτέλεσμα της έκθεσης αποδεικνύει πόσο λανθασμένοι είναι όλοι όσοι εκφράζουν την αντίθεση τους ως προς τη διερεύνηση ισχυρισμών για παραβιάσεις ανθρωπινών δικαιωμάτων όταν «πρόκειται για χώρες που είναι φιλικές προς εμάς».
Είπε ακόμη ότι ο ίδιος θα συνεχίσει να τάσσεται υπέρ της διερεύνησης τέτοιων ισχυρισμών από όπου και αν προέρχονται. Υπενθύμισε τέλος ότι τόσο ο τότε Πρόεδρος όσο και η Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων συμφώνησαν με την ενέργεια του να υπογράψει την εν λόγω εισήγηση διότι, πρόσθεσε, «όπως είχαν αναφέρει σε ανακοινώσεις που εξέδωσαν, η Ελλάδα δεν είχε οτιδήποτε να κρύψει ή να φοβηθεί».