Οι λαϊκές κινητοποιήσεις των Τουρκοκυπρίων καθώς και η δημόσια αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει με την Τουρκία αναδεικνύουν για άλλη μια φορά την ανάγκη να παρακολουθούμε με ιδιαίτερη προσοχή και να αναλύουμε σε βάθος τις εξελίξεις στα κατεχόμενα. Οφείλουμε αυτή τη φορά, και ιδιαίτερα σ’ αυτή την κρίσιμη πολιτική συγκυρία, να εκτιμήσουμε με νηφαλιότητα και ορθολογισμό τις δυναμικές που δημιουργούνται εντός της τουρκοκυπριακής κοινότητας και να αποκωδικοποιήσουμε σωστά τα μηνύματα που εκπέμπονται.
Εάν οι ίδιοι οι Τουρκοκύπριοι εκφράζουν ανησυχία για το γεγονός ότι έχουν καταστεί ήδη μειοψηφία στα κατεχόμενα, εάν εκφράζουν φόβο για το ότι απειλείται πλέον η ίδια τους η ταυτότητα, εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ποια θα είναι η κατάσταση σε λίγα χρόνια αν δεν υπάρξει λύση του Κυπριακού.
Η οργίλη αντίδραση του Ερντογάν ενάντια στις κινητοποιήσεις των Τουρκοκυπρίων ανέδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο αυτό που η Τουρκία προσπαθούσε επιμελώς, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, να αποκρύψει. Ότι δηλαδή θεωρεί το καθεστώς στα κατεχόμενα ως υποτελή σ’ αυτήν διοίκηση. Είναι αυτό, που ακόμα και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει καταγράψει, μέσα από αποφάσεις του σε σχέση με το ζήτημα των περιουσίων.
Έχουμε την άποψη πως μας προσφέρεται αυτή τη στιγμή μια ευκαιρία να θέσουμε την Τουρκία ενώπιον των ευθυνών της έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έναντι της διεθνούς κοινότητας. Εμείς εδώ και μήνες έχουμε προτείνει ότι θα πρέπει η Τουρκία χωρίς άλλη καθυστέρηση να κληθεί να συμμετάσχει στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων για λύση του Κυπριακού, με την ενεργό εμπλοκή και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τώρα είναι η ώρα να ανεβάσουμε το κόστος της κατοχής για την Τουρκία, να διασυνδέσουμε τη συνέχιση της ενταξιακής της πορείας με τα θέματα ουσίας του Κυπριακού για να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για λύση.