του Τάσου Μητσόπουλου
Τις τελευταίες λίγες μέρες, με αφορμή την προωθούμενη στη Βουλή νομοθεσία, έχει ανοίξει ένας έντονος διάλογος αναφορικά με το κάπνισμα. Δηλώνω ευθύς εξ αρχής ότι δεν είμαι και ουδέποτε υπήρξα καπνιστής. Σέβομαι ωστόσο τα δικαιώματα των καπνιστών συμπολιτών μου και συμμερίζομαι την άποψη ότι το κάπνισμα μπορεί να αποτελεί για κάποιους από αυτούς μια από τις «μικροχαρές» της ζωής που έχουν απομείνει στους απλούς ανθρώπους.
Στις χαρές αυτές σύμφωνα με την κυρίαρχη και παγιωμένη στον τόπο μας αντίληψη περιλαμβάνεται επίσης η κατανάλωση φαγητού και ποτού σε μεγάλες ποσότητες. Έτσι έχουμε φτάσει στο ακραίο σημείο υπερβολής να τρωμε σαν ζώα, να πίνουμε σαν σφουγγάρια και να καπνίζουμε σαν φουγάρα. Έστω κι αν οι διεθνείς και οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί υγείας κτυπούν διαρκώς το καμπανάκι του κινδύνου, προειδοποιώντας μας για τα αυξημένα κρούσματα παιδικής παχυσαρκίας και αλκοολισμού και για τη συνακόλουθη ασφαλώς αύξηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας που παρατηρείται στον κυπριακό πληθυσμό.
Οφείλω στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι η άμετρη υιοθέτηση των πιο πάνω πρακτικών αποδεδειγμένα κονταίνει τη ζωή μας. Και προκαλεί δυσβάστακτο κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Αυτό συμβαίνει όταν χωρίς σύνεση και περίσκεψη καταναλώνουμε δυσανάλογα μεγάλες ποσότητες φαγητού και ποτού, αδιαφορώντας πλήρως για την υγεία μας προβάλλοντας συν τοις άλλοις τον ισχυρισμό ότι «δική μας είναι η ζωή ότι θέλουμε την κάνουμε».
Όμως οφείλουμε όλοι μας να παραδεχτούμε – καπνιστές και μη καπνιστές – ότι όταν καπνίζουμε, χωρίς μάλιστα κοινωνική συνείδηση και ευθύνη, ζημιώνουμε όχι μόνο τη διάρκεια και την ποιότητα της δικής μας ζωής, αλλά και όλων όσων είναι υποχρεωμένοι να αναπνέουν τον επιβαρημένο καπνό που δημιουργούμε. Νιώθω επίσης την ανάγκη να υπενθυμίσω ότι καμιά χαρά της ζωής, όσο μεγάλη κι αν είναι, δεν μπορεί να αποβαίνει εις βάρος των συνανθρώπων μας και ειδικά όσων πάσχουν από καρδιακές ασθένειες, αναπνευστικά προβλήματα, εις βάρος των εγκύων, των μη καπνιστών και κυρίως εις βάρος των παιδιών μας.
Γι αυτό και είναι ακλόνητη θέση μου ότι από την στιγμή της ψήφισης της σχετικής νομοθεσίας, όσο ενδεχομένως σκληρή και αν φαντάζει σε κάποιους αυτή, θα πρέπει να γίνει καθολικά σεβαστή από όλους. Έχουμε ως νομοθέτες ευθύνη να δημιουργήσουμε, κατά το μέτρο πάντοτε του δυνατού, μια καλύτερη ποιότητα ζωής για όλους τους συμπολίτες μας και κυρίως για τα παιδιά μας. Και έχουμε ως ενεργοί πολίτες αντίστοιχη ευθύνη να αποδείξουμε με την όλη συμπεριφορά μας ότι ζούμε σε σύγχρονο κράτος δικαίου που διακρίνεται για το υψηλό επίπεδο κοινωνικής συμμετοχής, συνείδησης και ευθύνης.