του Χριστόφορου Φωκαΐδη
«Κανείς δεν μπορεί για να κερδίζει την εξουσία να αποχαυνώνει την πόλη με ρητορείες και να τη σέρνει τη μια εδώ τη μια εκεί, τη μια στιγμή να τέρπει και να συναρπάζει, την άλλη να φέρνει την καταστροφή και την παράλλη με καινούργιες διαβολές, να φενακίζει το πλήθος και να ξεγλιστράει ατιμώρητος;» (από Ευριπίδη, Ικέτιδες στ.409-418).
Ο προβληματισμός γύρω από τις εγγενείς παθογένειες της αθηναϊκής δημοκρατίας, όπως αποτυπώνεται και στο απόσπασμα πιο πάνω, είναι διάχυτος στην πολιτική σκέψη των μεγάλων φιλοσόφων της αρχαιότητας. Ειδικά, στο έργο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη συναντούμε ίσως τις πιο ενδιαφέρουσες και αυθεντικές στο χρόνο κριτικές και εκτιμήσεις των ορίων της δημοκρατικής θεωρίας και πρακτικής, που έχουν γραφτεί ποτέ (Held, D., Models of Democracy, 2006).
Αν όμως στην αρχαία ελληνική πόλη-κράτος, ο δήμος άγεται από τους «δημαγωγούς» στην «αγορά», στο νεωτερικό εθνο-κράτος η κρίση της πολιτικής συνιστά κατεξοχήν κρίση αντιπροσώπευσης. Κρίση των βασικών συλλογικών υποκειμένων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, δηλαδή των πολιτικών κομμάτων και των «διαμεσολαβητών» της γενικής βούλησης του λαού, δηλαδή των πολιτικών του αντιπροσώπων. Έτσι, παρά το ότι, όπως διακήρυσσε ο Φουκουγιάμα, η δημοκρατία είναι σήμερα «the only game in town», στις περισσότερες από τις παλαιές δημοκρατίες, ο βαθμός εμπιστοσύνης προς τους πολιτικούς και την πολιτική μειώνεται αισθητά, ιδιαίτερα από τη νέα γενιά.
Αυτό συμβαίνει, κυρίως γιατί, όπως εξηγεί ο Γκίντενς, στις σύγχρονες κοινωνίες της πληροφορίας και του διαδικτύου, παλαιότερες μορφές παθητικής εμπιστοσύνης, βασισμένες στην παράδοση και στην αυθεντία των πολιτικών, καταρρέουν. Οι αποκαλύψεις σκανδάλων διαφθοράς και διαπλοκής αποτελούν καθημερινό θέμα στα δελτία ειδήσεων και στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Δεν είναι ότι παλαιότερα δεν υπήρχε διαφθορά ή διαπλοκή. Απλά, η επανάσταση στους τομείς της τεχνολογίας και των επικοινωνιών αποκαλύπτει σήμερα πιο εύκολα την πολιτική. Την καθιστά πιο «ευσύνοπτη», για να χρησιμοποιήσω τον όρο με τον οποίο ο Αριστοτέλης περιγράφει την πολιτική διεργασία στο πλαίσιο της πόλης-κράτους (βλ. Πολιτικά, 1326β).
Βεβαίως, παρά το γεγονός ότι η λειτουργία της «εκκλησίας του δήμου» προϋπέθετε αυτοπρόσωπη συμμετοχή, εντούτοις, δεν ήταν πάντα ευσύνοπτο ή ορατό στους πολίτες, το πολιτικό παιγνίδι των «δημαγωγών». Ο δήμος μπορούσε να πλανηθεί. Η «δημοκρατική» απόφαση να καταδικαστεί σε θάνατο ο Σωκράτης συνιστά, άλλωστε, κεντρικό σημείο αναφοράς για την κριτική προσέγγιση των μαθητών του για τη δημοκρατία, και ιδίως του Πλάτωνα.
Μετά τον Διαφωτισμό, και με την επίδραση του φιλελευθερισμού, η ανθρώπινη ζωή δεν κινδυνεύει πλέον από την «τυραννία της πλειοψηφίας», όπως εύστοχα το είχε θέσει ο Αλέξης Ντε Τοκβίλ. Η προστασία των φυσικών δικαιωμάτων καθίσταται πλέον αναπόσπαστο στοιχείο της ίδιας της έννοιας της δημοκρατίας. Ωστόσο, και η σύγχρονη αντιπροσωπευτική δημοκρατία εξακολουθεί να είναι επιρρεπής σε συμπτώματα δημαγωγίας και λαϊκισμού.
Από ανάλογα συμπτώματα δοκιμάζεται και η δημοκρατία στην Ελλάδα σήμερα. Δεν αμφισβητώ, βεβαίως, τη διάσταση της κρίσης που σχετίζεται με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς δυναμικές στον χώρο της οικονομίας. Αυτό απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση, που έχει, θεωρώ, συζητηθεί επαρκώς. Σε κάθε όμως περίπτωση, έχω την άποψη πως η αδυναμία εξόδου της Ελλάδας από την κρίση χρέους, και όχι η κρίση καθαυτή, αποτελεί προϊόν της προϋπάρχουσας κρίσης του ιδίου του πολιτικοκομματικού συστήματος. Ενός συστήματος που ανήγαγε τον λαϊκισμό ως κυρίαρχη κουλτούρα. Μια κουλτούρα δημαγωγίας και ανευθυνότητας, που στηρίχτηκε στο «για όλα φταίνε οι άλλοι». Ενός κομματικού συστήματος που εξέθρεψε ένα υδροκέφαλο πελατειακό κράτος εξαρτήσεων.
Κάποια στιγμή, όμως, όταν τέλειωσαν τα λεφτά, το πελατειακό σύστημα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Και όχι μόνο αυτό, αλλά οι «προνομιούχοι» του συστήματος αντέδρασαν με τον τρόπο που τους είχαν συνηθίσει οι πολιτικοί. Έτσι, έσπευσαν να αναζητήσουν νέους, αυθεντικούς και πιο συνεπείς εκφραστές του λαϊκισμού. Κάτι ανάλογο συνέβη και με όσους θέλησαν να παίξουν το επικίνδυνο χαρτί του εθνικισμού. Απέκτησαν τους χειρότερους επικριτές τους στο πρόσωπο των νεοναζιστών της Χρυσής Αυγής, που εκμεταλλεύτηκαν σε μια περίοδο φτώχειας και ανέχειας, τη νομιμοποιητική βάση που προσέδωσαν οι πρώτοι στις ιδέες τους.
Αυτό ακριβώς εξηγεί το παράδοξο, που πολύ εύστοχα επισημαίνει ο έγκριτος καθηγητής του Yale Στάθης Καλύβας σε σχετικό του άρθρο. Το γεγονός, δηλαδή, ότι οι εκλογές της περασμένης Κυριακής οδήγησαν στην κατάρρευση ενός χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος αλλά ταυτόχρονα και στο θρίαμβο του πνεύματός του, της κουλτούρας δηλαδή πάνω στην οποία θεμελιώθηκε.
Πλανήθηκαν άραγε μισό εκατομμύριο Έλληνες που έδωσαν ψήφο στη Χρυσή Αυγή; Ή μήπως τα εντυπωσιακά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ ή των Ανεξάρτητων Ελλήνων μπορούν να ερμηνευθούν με όρους θετικής ψήφου, για μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας; Έχω την άποψη πως ούτε το πρώτο ισχύει, ούτε το δεύτερο. Αυτό που βιώνει η Ελλάδα σήμερα μοιάζει μάλλον με εκδίκηση της ίδιας της δημοκρατίας!
Ο ελληνικός λαός είναι οργισμένος. Το μήνυμα του για απόρριψη του παλαιού συστήματος είναι εκκωφαντικό, αν δει κανείς ιδιαίτερα τα ποσοστά στους νέους ψηφοφόρους. Πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, δεύτερη η Χρυσή Αυγή!
Αυτό που τώρα έχει σημασία είναι ένα: μπορεί ο ελληνικός λαός μέσα από την άρνηση της άρνησης να καταλήξει στη θέση; Μπορεί το πνεύμα του δημοκρατικού ιδεώδους να αναγεννηθεί, για να υπερβεί εγγενείς παθογένειες της πολιτειακής του εφαρμογής, στον τόπο που γεννήθηκε δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν; Πάντως, ο μύθος της Πανδώρας και η ελπίδα, ήταν κι’ αυτά ελληνικής επινόησης!
*Άρθρο Χριστόφορου Φωκαΐδη, Γραμματέα Πολιτικού Σχεδιασμού ΔΗΣΥ
Η εκδίκηση της δημοκρατίας
«Κανείς δεν μπορεί για να κερδίζει την εξουσία να αποχαυνώνει την πόλη με ρητορείες και να τη σέρνει τη μια εδώ τη μια εκεί, τη μια στιγμή να τέρπει και να συναρπάζει, την άλλη να φέρνει την καταστροφή και την παράλλη με καινούργιες διαβολές, να φενακίζει το πλήθος και να ξεγλιστράει ατιμώρητος;» (από Ευριπίδη, Ικέτιδες στ.409-418).
Ο προβληματισμός γύρω από τις εγγενείς παθογένειες της αθηναϊκής δημοκρατίας, όπως αποτυπώνεται και στο απόσπασμα πιο πάνω, είναι διάχυτος στην πολιτική σκέψη των μεγάλων φιλοσόφων της αρχαιότητας. Ειδικά, στο έργο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη συναντούμε ίσως τις πιο ενδιαφέρουσες και αυθεντικές στο χρόνο κριτικές και εκτιμήσεις των ορίων της δημοκρατικής θεωρίας και πρακτικής, που έχουν γραφτεί ποτέ (Held, D., Models of Democracy, 2006).
Αν όμως στην αρχαία ελληνική πόλη-κράτος, ο δήμος άγεται από τους «δημαγωγούς» στην «αγορά», στο νεωτερικό εθνο-κράτος η κρίση της πολιτικής συνιστά κατεξοχήν κρίση αντιπροσώπευσης. Κρίση των βασικών συλλογικών υποκειμένων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, δηλαδή των πολιτικών κομμάτων και των «διαμεσολαβητών» της γενικής βούλησης του λαού, δηλαδή των πολιτικών του αντιπροσώπων. Έτσι, παρά το ότι, όπως διακήρυσσε ο Φουκουγιάμα, η δημοκρατία είναι σήμερα «the only game in town», στις περισσότερες από τις παλαιές δημοκρατίες, ο βαθμός εμπιστοσύνης προς τους πολιτικούς και την πολιτική μειώνεται αισθητά, ιδιαίτερα από τη νέα γενιά.
Αυτό συμβαίνει, κυρίως γιατί, όπως εξηγεί ο Γκίντενς, στις σύγχρονες κοινωνίες της πληροφορίας και του διαδικτύου, παλαιότερες μορφές παθητικής εμπιστοσύνης, βασισμένες στην παράδοση και στην αυθεντία των πολιτικών, καταρρέουν. Οι αποκαλύψεις σκανδάλων διαφθοράς και διαπλοκής αποτελούν καθημερινό θέμα στα δελτία ειδήσεων και στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Δεν είναι ότι παλαιότερα δεν υπήρχε διαφθορά ή διαπλοκή. Απλά, η επανάσταση στους τομείς της τεχνολογίας και των επικοινωνιών αποκαλύπτει σήμερα πιο εύκολα την πολιτική. Την καθιστά πιο «ευσύνοπτη», για να χρησιμοποιήσω τον όρο με τον οποίο ο Αριστοτέλης περιγράφει την πολιτική διεργασία στο πλαίσιο της πόλης-κράτους (βλ. Πολιτικά, 1326β).
Βεβαίως, παρά το γεγονός ότι η λειτουργία της «εκκλησίας του δήμου» προϋπέθετε αυτοπρόσωπη συμμετοχή, εντούτοις, δεν ήταν πάντα ευσύνοπτο ή ορατό στους πολίτες, το πολιτικό παιγνίδι των «δημαγωγών». Ο δήμος μπορούσε να πλανηθεί. Η «δημοκρατική» απόφαση να καταδικαστεί σε θάνατο ο Σωκράτης συνιστά, άλλωστε, κεντρικό σημείο αναφοράς για την κριτική προσέγγιση των μαθητών του για τη δημοκρατία, και ιδίως του Πλάτωνα.
Μετά τον Διαφωτισμό, και με την επίδραση του φιλελευθερισμού, η ανθρώπινη ζωή δεν κινδυνεύει πλέον από την «τυραννία της πλειοψηφίας», όπως εύστοχα το είχε θέσει ο Αλέξης Ντε Τοκβίλ. Η προστασία των φυσικών δικαιωμάτων καθίσταται πλέον αναπόσπαστο στοιχείο της ίδιας της έννοιας της δημοκρατίας. Ωστόσο, και η σύγχρονη αντιπροσωπευτική δημοκρατία εξακολουθεί να είναι επιρρεπής σε συμπτώματα δημαγωγίας και λαϊκισμού.
Από ανάλογα συμπτώματα δοκιμάζεται και η δημοκρατία στην Ελλάδα σήμερα. Δεν αμφισβητώ, βεβαίως, τη διάσταση της κρίσης που σχετίζεται με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς δυναμικές στον χώρο της οικονομίας. Αυτό απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση, που έχει, θεωρώ, συζητηθεί επαρκώς. Σε κάθε όμως περίπτωση, έχω την άποψη πως η αδυναμία εξόδου της Ελλάδας από την κρίση χρέους, και όχι η κρίση καθαυτή, αποτελεί προϊόν της προϋπάρχουσας κρίσης του ιδίου του πολιτικοκομματικού συστήματος. Ενός συστήματος που ανήγαγε τον λαϊκισμό ως κυρίαρχη κουλτούρα. Μια κουλτούρα δημαγωγίας και ανευθυνότητας, που στηρίχτηκε στο «για όλα φταίνε οι άλλοι». Ενός κομματικού συστήματος που εξέθρεψε ένα υδροκέφαλο πελατειακό κράτος εξαρτήσεων.
Κάποια στιγμή, όμως, όταν τέλειωσαν τα λεφτά, το πελατειακό σύστημα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Και όχι μόνο αυτό, αλλά οι «προνομιούχοι» του συστήματος αντέδρασαν με τον τρόπο που τους είχαν συνηθίσει οι πολιτικοί. Έτσι, έσπευσαν να αναζητήσουν νέους, αυθεντικούς και πιο συνεπείς εκφραστές του λαϊκισμού. Κάτι ανάλογο συνέβη και με όσους θέλησαν να παίξουν το επικίνδυνο χαρτί του εθνικισμού. Απέκτησαν τους χειρότερους επικριτές τους στο πρόσωπο των νεοναζιστών της Χρυσής Αυγής, που εκμεταλλεύτηκαν σε μια περίοδο φτώχειας και ανέχειας, τη νομιμοποιητική βάση που προσέδωσαν οι πρώτοι στις ιδέες τους.
Αυτό ακριβώς εξηγεί το παράδοξο, που πολύ εύστοχα επισημαίνει ο έγκριτος καθηγητής του Yale Στάθης Καλύβας σε σχετικό του άρθρο. Το γεγονός, δηλαδή, ότι οι εκλογές της περασμένης Κυριακής οδήγησαν στην κατάρρευση ενός χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος αλλά ταυτόχρονα και στο θρίαμβο του πνεύματός του, της κουλτούρας δηλαδή πάνω στην οποία θεμελιώθηκε.
Πλανήθηκαν άραγε μισό εκατομμύριο Έλληνες που έδωσαν ψήφο στη Χρυσή Αυγή; Ή μήπως τα εντυπωσιακά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ ή των Ανεξάρτητων Ελλήνων μπορούν να ερμηνευθούν με όρους θετικής ψήφου, για μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας; Έχω την άποψη πως ούτε το πρώτο ισχύει, ούτε το δεύτερο. Αυτό που βιώνει η Ελλάδα σήμερα μοιάζει μάλλον με εκδίκηση της ίδιας της δημοκρατίας!
Ο ελληνικός λαός είναι οργισμένος. Το μήνυμα του για απόρριψη του παλαιού συστήματος είναι εκκωφαντικό, αν δει κανείς ιδιαίτερα τα ποσοστά στους νέους ψηφοφόρους. Πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, δεύτερη η Χρυσή Αυγή!
Αυτό που τώρα έχει σημασία είναι ένα: μπορεί ο ελληνικός λαός μέσα από την άρνηση της άρνησης να καταλήξει στη θέση; Μπορεί το πνεύμα του δημοκρατικού ιδεώδους να αναγεννηθεί, για να υπερβεί εγγενείς παθογένειες της πολιτειακής του εφαρμογής, στον τόπο που γεννήθηκε δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν; Πάντως, ο μύθος της Πανδώρας και η ελπίδα, ήταν κι’ αυτά ελληνικής επινόησης!