του Χριστόφορου Φωκαΐδη
Η διήμερη επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας Δημήτρη Δρούτσα στη Λευκωσία έφερε ξανά στο προσκήνιο τη σημασία της πλήρους συνεννόησης και συντονισμού ανάμεσα σε Κύπρο και Ελλάδα, στο πιο ψηλό επίπεδο. Αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προκείμενου να αντιμετωπιστούν οι εξελίξεις στο Κυπριακό.
Εκείνο όμως που απουσιάζει και που πιστεύω ότι επιβάλλεται είναι ένας συνολικός σχεδιασμός, που θα βάζει την Ελλάδα και την Κύπρο στο πεδίο της πρωτοβουλιακής διπλωματίας. Μιας ενεργητικής διπλωματίας που θα επηρεάζει τις ευρωπαϊκές εξελίξεις και ταυτόχρονα θα υπηρετεί τα δικά μας εθνικά συμφέροντα. Θα αναφέρω τρία παραδείγματα που, θεωρώ, ότι τεκμηριώνουν την άποψη αυτή:
1. Οι εξελίξεις στη γειτονιά μας φαίνεται να εξελίσσονται σε ντόμινο δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων. Πρώτα η Τυνησία, μετά η Αίγυπτος, τώρα η Υεμένη, η Αλγερία, το Μπαχρέιν, αύριο κάποια άλλη χώρα. Αυτές οι εξελίξεις αφορούν την Ε.Ε. και ασφαλώς αφορούν και επηρεάζουν ιδιαίτερα τις χώρες μέλη της Ε.Ε. που ανήκουν στην ανατολική της περίμετρο, όπως η Κύπρος και η Ελλάδα. Εκτιμώ πως Λευκωσία και Αθήνα θα μπορούσαν να εργαστούν για μια ευρωπαϊκή παρέμβαση στις μεσανατολικές εξελίξεις προωθώντας πολιτικές για τη σταθερότητα στην περιοχή και τη στήριξη της μετάβασης από τα αυταρχικά καθεστώτα στη δημοκρατία. Η Ε.Ε. ενδιαφέρεται για την ασφάλεια των ενεργειακών της πηγών και την ομαλή τροφοδότησή της σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Πιθανές γεωστρατηγικές μετατοπίσεις είναι εξαιρετικά σημαντικές για την Ε.Ε.. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος μπορούν να διαδραματίσουν ένα δημιουργικό ρόλο εντός της Ένωσης. Θα μπορούσε πιστεύω, κάτω από τις παρούσες συνθήκες, να ζητηθεί σύγκληση μιας Ειδικής Συνόδου της Ε.Ε. με αντικείμενο συζήτησης την πολιτική της Ε.Ε. απέναντι στις αλλαγές που συντελούνται αυτή τη στιγμή στην πιο ταραγμένη περιοχή του κόσμου.
2. Ελλάδα και Κύπρος έχουν κάθε συμφέρον να παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις γύρω από τις έρευνες για κοιτάσματα ενεργειακών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό το θέμα συνδέεται με την οριοθέτηση των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών στην γειτονιά μας και βεβαίως με οριοθέτηση της ΑΟΖ ανάμεσα σε Κύπρο και Ελλάδα, η οποία, ως γνωστόν, βρίσκεται σε στασιμότητα. Θεωρώ πως είναι ένα ζήτημα που πρέπει να τεθεί στην κορυφή της ελλαδοκυπριακής ατζέντας. Πρέπει να διαμορφώσουμε μια ευρύτερη στρατηγική, στην οποία να μπορούμε να εντάξουμε -με ασφάλεια -κινήσεις όπως και αυτή, που θα μας προσδώσουν στρατηγικό πλεονέκτημα στη συνολική σκακιέρα του νέου ενεργειακού χάρτη στην περιοχή μας.
3.Μέσα στο ευρωπαϊκό – προνομιακό για μας- πλαίσιο, θα πρέπει μια πρωτοβουλιακή διπλωματία Κύπρου–Ελλάδας, να μεταφέρει και την άσκηση πίεσης στην Τουρκία σ’ ότι αφορά στο Κυπριακό. Όλοι αναγνωρίζουμε ότι οι διαπραγματεύσεις, με τη σημερινή τους μορφή, έχουν οδηγηθεί σε τέλμα. Ελλάδα και Κύπρος μαζί μπορούν να αναζωογονήσουν την προσπάθεια επίλυσης με την ολική επαναφορά της Ε.Ε. ως βασικού παράγοντα αλλαγής των συσχετισμών στις εν εξελίξει συνομιλίες. Το διπλωματικό έργο Ελλάδας και Κύπρου δεν πρέπει να εξαντλείται σε μια αμυντική προσπάθεια να αποφευχθούν τα χειρότερα (αποτροπή αρνητικών εκθέσεων και ψηφισμάτων). Αυτό που μετρά είναι η δημιουργική ενεργητική διπλωματία που θα φέρει την Ε.Ε., με δικό της Υψηλό Αντιπρόσωπο στις διαπραγματεύσεις για επίλυση του Κυπριακού.
Μπορεί η κόπωση που έχει δημιουργηθεί στη κοινή γνώμη και το προεκλογικό κλίμα να θολώνουν για την ώρα το σκηνικό. Η πραγματικότητα όμως είναι πως μετά τον Ιούνιο θα αντιμετωπίσουμε οριακές καταστάσεις στο Κυπριακό. Γι’ αυτό και χρειάζεται, χωρίς άλλη καθυστέρηση να κινηθούμε προληπτικά και να εργαστούμε με στρατηγική σκέψη για να δημιουργήσουμε ένα νέο μομέντουμ, μια νέα πολιτική συγκυρία, στην οποία η Ε.Ε. θα μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για λύση του Κυπριακού.