του Χριστόφορου Φωκαΐδη
Τις απόψεις μας γύρω από την ουσία των μέτρων της κυβέρνησης για την οικονομία τις έχουμε εκφράσει επανειλημμένα το τελευταίο διάστημα. Δεν θα ασχοληθώ λοιπόν περαιτέρω με τα οικονομικά επιχειρήματα που καταδεικνύουν τη λανθασμένη πολιτική της κυβέρνησης. Εδώ θα ασχοληθώ μόνο με την επικοινωνιακή προσπάθεια της κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη μέσα από μια αναχρονιστική ιδεολογική θεώρηση της οικονομίας και ανυπόστατους ισχυρισμούς που καμιά σχέση δεν έχουν με τα πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η οικονομία μας. Η προσπάθεια αυτή συνοψίζεται στα εξής δύο επικοινωνιακά μηνύματα:
α) η προοδευτική κυβέρνηση Χριστόφια κάνει ότι μπορεί αλλά δεν την αφήνουν οι άλλοι, «οι υπηρέτες του κεφαλαίου», όπως λέχθηκε και από το επίσημο βήμα της βουλής. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έφτασε στο σημείο να μιλά περί κυβερνώσας βουλής.
β) για την κατάσταση της οικονομίας φταίνε οι «νεοφιλελεύθερες συνταγές που υποστηρίζει ο ΔΗΣΥ» και «που οδήγησαν εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο σε πολύ χειρότερη κατάσταση».
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Είναι προφανής η προσπάθεια να δοθεί εικόνα ταξικής πάλης προκειμένου να αποκρύψουν τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης. Ειδικά τα περί κυβερνώσας βουλής συνιστούν χωρίς υπερβολή επικίνδυνο παιγνίδι με τους θεσμούς. Αν είχαμε κοινοβουλευτικό σύστημα και η κυβέρνηση έχανε μια τόσο σημαντική ψηφοφορία, θα οδηγείτο εκ των πραγμάτων σε παραίτηση και έκτακτες εκλογές.
Αυτό που θα έπρεπε να προβληματίσει εδώ στην Κύπρο είναι το πώς είναι δυνατό ενώ τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα έχουν πλειοψηφία στη βουλή, η κυβερνητική πολιτική σε ένα τόσο σημαντικό θέμα να μην εγκρίνεται. Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν είναι στην βουλή, το πρόβλημα είναι στην κυβέρνηση. Επιπρόσθετα, αφού γνώριζαν στο Προεδρικό ότι δεν θα εγκρίνονταν τα νομοσχέδια, γιατί δεν επιδίωξαν συναινέσεις; Γιατί προτίμησαν να χάσουν την ψηφοφορία; Ανάλογα παιγνίδια με τους θεσμούς όχι μόνο δεν λύνουν τα προβλήματα της οικονομίας αλλά συντείνουν στην επιδείνωση της τάσης για απαξίωση της πολιτικής.
Ας δούμε όμως και το δεύτερο στοιχείο της επικοινωνιακής προσπάθειας του ΑΚΕΛ και της κυβέρνησης. Καταρχάς, το μόνο μοντέλο «που οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους σε πολύ χειρότερη κατάσταση» είναι το αυτό του κομμουνισμού, που κατέρρευσε σ’ ολόκληρη την Ευρώπη πριν από 20 χρόνια.
Αποτελεί γεγονός ότι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που βρήκαν έδαφος κυρίως στις ΗΠΑ, υποτίμησαν την ανάγκη ρύθμισης και εποπτείας των αγορών σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Ανάλογες πολιτικές, όμως, δεν αποτέλεσαν ποτέ πολιτικές που ασπάστηκε ο Δημοκρατικός Συναγερμός και η πολιτική ομάδα στην οποία συμμετέχει, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Ενδεικτικά αναφέρω πως στο πολιτικό πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος δηλώνεται ρητώς πως «η θέση μας για την οικονομία διαφέρει από τους φανατικούς της αγοράς που πιστεύουν ότι οι αγορές θα έπρεπε να είναι κυρίαρχες στο κόσμο». «Για το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα η οικονομία δεν είναι αυτοσκοπός, είναι στην υπηρεσία των πολιτών. Πιστεύουμε σε μια κοινωνία που βασίζεται στο άτομο, στην ελευθερία, στην κοινωνική αλληλεγγύη και την κοινωνική συνοχή. Αυτή είναι η κοινωνική οικονομία της αγοράς».
Και επειδή λέχθηκε πως η κοινωνική οικονομία της αγοράς αποτελεί ένα νέο εφεύρημα του Δημοκρατικού Συναγερμού, θα ήθελα απλώς να υποδείξω πως η κοινωνική οικονομία της αγοράς υπάρχει ως όρος από το 1949, όταν πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς Χριστιανοδημοκράτες και συνέβαλε ουσιαστικά στην οικοδόμηση αυτού που σήμερα γνωρίζουμε ως ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.