του Χριστόφορου Φωκαΐδη
Διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την περασμένη Κυριακή άρθρο του Αναπληρωτή Εκπροσώπου Τύπου του ΑΚΕΛ Γιώργου Λουκαίδη, στο οποίο παρουσιάζεται ως υπόδειγμα και για την Κύπρο, η πρόσφατη απόφαση του Αμερικανικού Κογκρέσου να εγκρίνει την πρόταση του Μπαράκ Ομπάμα για επιβολή πρόσθετης φορολογίας στις αμερικάνικες πολυεθνικές εταιρείες. Και μόνο το γεγονός ότι το ΑΚΕΛ ανακαλύπτει σήμερα την Αμερική προκειμένου να αντλήσει παραδείγματα για άσκηση οικονομικής πολιτικής στην Κύπρο θα πρέπει να καταγραφεί! Η σύγκριση όμως που επιχειρεί ο αγαπητός κ.Λουκαίδης σε σχέση με την επιβολή φορολογίας στις επιχειρήσεις είναι ατυχής για μια σειρά από λόγους. Και εξηγούμαι:
1.Οι ΗΠΑ βρίσκονται σταθερά στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης ως προς την ανταγωνιστικότητα.Μια μικρή αύξηση της φορολογίας στις πολυεθνικές επιχειρήσεις δε θα την επηρεάσει. Εξάλλου, το πόσο των 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τα δεδομένα της αμερικάνικης οικονομίας είναι στην πραγματικότητα ασήμαντο.
2. Επιπρόσθετα, οι ΗΠΑ δαπάνησαν τεράστια ποσά για τη διάσωση εταιρειών που κινδύνευαν με χρεωκοπία λόγω της οικονομικής κρίσης (κυρίως τράπεζες και αυτοκινητοβιομηχανίες, οι οποίες είναι πολυεθνικές), κάτι που δε συνέβηστην Κύπρο. Συνεπώς είναι λογικό και αναμενόμενο, ένα μέρος των κεφαλαίων αυτών που δόθηκαν, να επανέλθει στα κρατικά ταμεία υπό μορφή φορολογίας.
3. Η μεγάλη, όμως, διαφορά είναι ότι ο Ομπάμα θα φορολογήσει τις πολυεθνικές και όχι όλες τις αμερικάνικες επιχειρήσεις. Δηλαδή, θα φορολογήσει (ελαφρώς) τεράστιους διεθνείς οργανισμούς και όχι τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, για τις οποίες προσπαθεί τώρα στο Κογκρέσο να περάσει πακέτο στήριξης, προκειμένου να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
4.Οι πολυεθνικές εταιρείες, εξάλλου, παράγουν τα μεγαλύτερα εισοδήματά τους σε χώρες εκτός ΗΠΑ, και συνεπώς η φορολόγησή τουςδε θα επηρεάσει ουσιαστικά την αμερικάνικη οικονομία, ούτετην απασχόληση.
5. Η Κύπροςδεν έχει βαριά βιομηχανία, ούτε τεράστιαπαραγωγική βάση, όπως οι ΗΠΑ.Έχουμε καταξιωθεί ως επιχειρηματικό κέντρο, με την εισροή ξένων κεφαλαίων,γιατί διαθέτουμε ένα ελκυστικό και σταθερό φορολογικό καθεστώς.Αν αυτό αμφισβητηθεί, οι πρωτογενείς και δευτερογενείς επιπτώσεις θα είναι τεράστιεςγιατί θα έχουμε υπονομεύσει το δικό μας συγκριτικό πλεονέκτημα, που με κόπο κτίσαμε όλα αυτά τα χρόνια.
6.Ηκυπριακή οικονομία αποτελείται από μερικές δεκάδες χιλιάδες μικροεπιχειρήσεις,περισσότερο οικογενειακής φύσης, που παλεύουν ναεπιβιώσουν σε μια παρατεταμένη κρίση. Αυτές θα πλήττονταν κατά βάση από την αύξηση της φορολογίας, καθώς και οι εργαζόμενοι που θα κινδύνευαν με απόλυση, και όχι οι ελάχιστες μεγάλες επιχειρήσεις του τόπου.
7. Θα πρέπει κάποια στιγμή στην Εζεκία Παπαϊωάννου να κατανοήσουν ότι η ρητορική περί«μεγάλου κεφαλαίου» και «εχόντων και κατεχόντων», όχι μόνο δεν έχει σχέση με την κυπριακή πραγματικότητα αλλά προκαλεί και κόστος στην οικονομία. Και μια και το ΑΚΕΛ ανακάλυψε εσχάτως την Αμερική, καλό θα ήταν να υποδείξουμε πως το αμερικανικό laissez-faire υποστηρίχτηκε από ένα σύστημα πεποιθήσεων, όπου ο φτωχός δεν είναι εκ της μοίρας του προορισμένος να παραμείνει φτωχός, όπως πίστευε ο Μαρξ. Η πολιτική κατήχηση σε σχέση με την οικονομία και οι οικονομικές πεποιθήσεις, όπως τεκμηριώνεται και από σχετικές έρευνες, λειτουργούν πολλές φορές ως αυτοεκπληρούμενες προσδοκίες. Στον αντίποδα, η κατήχηση για την ταξική ταυτότητα και η πεποίθηση ότι οι φτωχοί είναι καθηλωμένοι στη φτώχεια τους, μπορεί να οδηγεί σε βαριά φορολογία και αναδιανομή τέτοια, που στο τέλος να παρεμποδίζει τα κίνητρα της αγοράς και να καθιστά δυσκολότερη την κινητικότητα της κοινωνίας.