του Μάριου Μαυρίδη, οικονομολόγος, βουλευτής Κερύνειας
Η Κύπρος κατέχει παγκόσμιο ρεκόρ στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο 47% των συνολικών δανείων με δεύτερη την Ελλάδα στο 34%. Η κυβέρνηση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και οι οίκοι αξιολόγησης θεωρούν το ψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων ως το μείζον πρόβλημα της Κυπριακής οικονομίας. Αν και θεωρώ ότι τα μη εξυπηρετούμενα είναι όντως ένα μεγάλο πρόβλημα για την οικονομία, πιστεύω δεν είναι το μείζον.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της οικονομίας είναι η απουσία βιώσιμων επενδύσεων, οι οποίες θα δημιουργήσουν βιώσιμες θέσεις εργασίας. Επενδύσεις δεν είναι να χτίζεις σπίτια και γεφύρια, τα οποία είναι έργα μιας πνοής αλλά βιώσιμες επιχειρήσεις και καινοτόμες ιδέες οι οποίες μετατρέπονται σε επιχειρήσεις.
Το θέμα μας σήμερα όμως είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, το μέγεθος τους και η διάρκεια τους. Αν εξετάσει κάποιος τους λόγους για τους οποίους τα μη εξυπηρετούμενα είναι τόσο ψηλά στην Κύπρο, θα διαπιστώσει ότι δεν είναι τόσο ψηλά όσο φαίνονται, και ότι η ζημιά που προκαλούν στην οικονομία δεν είναι και τόσο μεγάλη. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι μια ανοιχτή πληγή, η οποία θα πρέπει να κλείσει σταδιακά σε βάθος χρόνου.
Η επιβολή οποιασδήποτε λύσης που θα μηδενίσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Κύπρο σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι μια λανθασμένη επιλογή, που θα προκαλέσει περισσότερη ζημιά στην οικονομία παρά όφελος. Για παράδειγμα, αν οι τράπεζες αποφασίσουν να πουλήσουν όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε σύντομο χρονικό διάστημα, ενδεχομένως να τα πουλήσει σε χαμηλή τιμή.
Σε μια τέτοια περίπτωση, οι τράπεζες θα αναγκαστούν να αναγνωρίσουν τεράστιες ζημιές με αποτέλεσμα να χρειαστούν αρκετά δισεκατομμύρια σε φρέσκα κεφάλαια για σκοπούς ανακεφαλαιοποίησης. Αν, αντί να πουλήσουν δάνεια, οι τράπεζες αποφασίσουν να προχωρήσουν με μαζικές εκποιήσεις για να εισπράξουν οι ίδιες τα χρήματα, τότε μάλλον θα εισπράξουν πολύ λίγα, καθώς σήμερα δεν υπάρχει ζήτηση για αγορά ακινήτων, εκτός και αν οι τιμές μειωθούν σημαντικά.
Θεωρώ πως η καλύτερη επιλογή για τις τράπεζες είναι να διατηρήσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στους ισολογισμούς τους και να προσπαθήσουν, όσο είναι δυνατόν, να προχωρήσουν με αναδιαρθρώσεις. Η αναδιάρθρωση είναι πολύ πιο συμφέρουσα επιλογή για την τράπεζα παρά η πώληση ή η εκποίηση, καθώς θα εισπράξει ολόκληρο το δάνειο. Ένα κακό δάνειο που αναδιαρθρώνεται μετατρέπεται σε ένα καλό δάνειο, το οποίο αφήνει κέρδος για την τράπεζα, ενώ αν ένα κακό δάνειο πωληθεί, τότε ενδεχομένως να αφήσει ζημιές. Υπάρχουν βεβαίως και περιπτώσεις όπου κάποια δάνεια δεν μπορούν να τύχουν αναδιάρθρωσης, οπότε η πώληση ή η εκποίηση είναι μια αναπόφευκτη εξέλιξη.
Η δημιουργία ενός φορέα που θα αγοράσει όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και θα πουλούσε τις εμπράγματες εξασφαλίσεις σε βάθος χρόνου δεν είναι καλύτερη λύση διότι ο φορέας αυτός δεν θα είναι δημόσιος αλλά ιδιωτικός, καθώς το κράτος δεν διαθέτει χρήματα για το σκοπό αυτό. Είναι λοιπόν καλύτερα λοιπόν οι τράπεζες να διαχειριστούν οι ίδιες τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τους. Σε ότι αφορά τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης, αν και εφόσον προκύψουν, αυτές θα καλύπτονται σταδιακά από τους ίδιους τους μετόχους. Και σε ότι αφορά τις ανάγκες ρευστότητας για δανειοδότηση, είναι ήδη γνωστό ότι οι τράπεζες διαθέτουν υπερβολική ρευστότητα για το σκοπό αυτό. Αυτό που απαιτείται είναι ζήτηση για δάνεια που θα καταλήξουν σε βιώσιμες επενδύσεις.