Δήλωση του επιτρόπου Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Τάσου Μητσόπουλου:
Το θέμα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ε.Ε., ήταν από τα βασικά σημεία συζήτησης κατά την πρόσφατη σύνοδο των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των 27 κρατών – μελών της Ε.Ε. (COSAC) που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες από 24 μέχρι 26 Οκτωβρίου 2010. Τόσο ο προεδρεύων του Συμβουλίου Πρωθυπουργός του Βελγίου κ. Λετέρμ όσο και οι κ.κ. Ρομπέι και Μπαρόζο, Πρόεδροι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Επιτροπής αντιστοίχως, αφιέρωσαν μεγάλο τμήμα των ομιλιών τους στην ανάγκη προώθησης της συνεργασίας των κρατών – μελών της Ε.Ε. στους συγκεκριμένους τομείς πολιτικής, στην ανάγκη οικοδόμησης του Ευρωπαϊκού Αμυντικού Οργανισμού και στενότερης συνεργασίας μεταξύ Ε.Ε. και ΝΑΤΟ εν όψει και του νέου στρατηγικού σχεδιασμού της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Το ίδιο ακριβώς θέμα απασχολεί έντονα αυτή την περίοδο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίο εν όψει μάλιστα και της εκδηλωθείσας πρόθεσης του Προέδρου Μεντβέντεφ να παραστεί στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα και να συζητήσει την προοπτική μιας στενότερης συνεργασίας με την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ στα αμυντικά ζητήματα.
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός καλωσορίζει την εξέλιξη αυτή και θεωρεί ότι ο ευρωπαϊκός αμυντικός σχεδιασμός δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένος και αποτελεσματικός χωρίς τη συμμετοχή της Ρωσίας. Θέση η οποία διατυπώθηκε με σαφήνεια και από τους ηγέτες Γαλλίας και Γερμανίας κατά την πρόσφατη συνάντησή τους.
Από όλα τα πιο πάνω συνάγεται ότι στον ευρωπαϊκό χώρο αναπτύσσεται μια έντονη κινητικότητα γύρω από τους νέους αμυντικούς σχεδιασμούς και την ανάγκη οικοδόμησης νέων και αξιόπιστων σχέσεων συνεργασίας στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας που να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά νέας μορφής απειλές και να αναδεικνύουν την Ευρώπη σε παγκόσμιο παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας.
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός πιστεύει ότι στον ευρύ αυτό διάλογο η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να είναι δυναμικά παρούσα. Με θετικές προτάσεις και εισηγήσεις που να αποδεικνύουν από τη μια την εταιρική της αξιοπιστία και από την άλλη την χρησιμότητα της ως γέφυρας μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής. Θα επαναλάβουμε για πολλοστή φορά ότι στο διάλογο αυτό η κυβέρνηση οφείλει να προσέλεθει με «ανοιχτά μυαλά», χωρίς παρωχημένες προκαταλήψεις και με μοναδικό γνώμονα το συμφέρον της Κύπρου και την αναβάθμιση της γεωπολιτικής της σημασίας. Δυστυχώς μέχρι σήμερα υπάρχει εκ μέρους της κυβέρνησης μια δογματική εμμονή στην προοπτική να υποβάλει η πατρίδα μας αίτηση ένταξης στον Συνεταιρισμό για την Ειρήνη. Η απόλυτη αυτή άρνηση, παρά τις προτροπές – προσκλήσεις του συνόλου σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων, της Ελλάδας και των ευρωπαίων εταίρων μας, στερεί δυνατότητες και ευκαιρίες και στρώνει το χαλί στους τουρκικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς. Τώρα είναι η ώρα για γενναίας αποφάσεις.