του Χριστόφορου Φωκαΐδη
Το πρόσφατο κρούσμα ρατσισμού σε βάρος δεκατετράχρονης μαθήτριας σε σχολείο της Λευκωσίας έφερε ξανά στο προσκήνιο το εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα της αντιμετώπισης της ξενοφοβίας σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία καθώς και την ανάγκη για μια περιεκτική μεταναστευτική πολιτική.
Σοβαρά κρούσματα ρατσιστικής συμπεριφοράς έχουμε δει και στο παρελθόν ενώ είναι καλά γνωστό πως ανάλογα περιστατικά τις πλείστες φορές δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας διότι τα θύματα δεν έχουν την τύχη ή τη δυνατότητα να τα καταγγείλουν.
Τα φαινόμενα αυτά δεν αποτελούν παρά προϊόν μιας νοσηρής κουλτούρας που απορρίπτει καθετί το διαφορετικό ως αιρετικό ή επικίνδυνο. Μιας κουλτούρας που αποτελεί τροχοπέδη στην κοινωνική συνοχή αλλά και στις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης κάθε σύγχρονης κοινωνίας.
Είναι γι’ αυτό που η πολιτεία συντεταγμένα έχει υποχρέωση να προάγει μέσα από πολιτικές πρόληψης μια αντιρατσιστική κουλτούρα, τόσο μέσα από την εκπαίδευση, όσο και μέσα από πολιτικές που προωθούν την αποδοχή της διαφορετικότητας και αποδομούν ξενοφοβικά σύνδρομα και αντιλήψεις.
Για την επίτευξη του στόχου αυτού απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση γύρω από τα ζητήματα μετανάστευσης και ασύλου. Αυτό είναι πραγματικά κρίσιμο για το αν θα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα αισθήματα φόβου και ανασφάλειας που πολλές φορές προκαλεί η μετανάστευση ή αν θα τα εντείνουμε δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα.
Πρωταρχικής σημασίας γι’ αυτό είναι η δημιουργία συνθηκών ομαλής ένταξης των μεταναστών στην κοινωνία και όχι γκετοποίησής τους. Η κοινωνική ένταξη και η δημιουργία προϋποθέσεων ομαλής συμβίωσης μεταξύ διαφορετικών αλλά ισότιμων ανθρώπων αποτελεί το καλύτερο αντίδοτο στον φόβο και στον ρατσισμό.
Την ίδια στιγμή οι μετανάστες θα πρέπει να ενθαρρύνονται να φτιάξουν το μέλλον τους στη νέα τους πατρίδα, αναλαμβάνοντας τις υποχρεώσεις που τους αναλογούν και σεβόμενοι το πλαίσιο νόμων και αρχών της κοινωνίας που τους υποδέχεται.
Το μέλλον της κοινωνίας μας, όπως και κάθε ευρωπαϊκής κοινωνίας, είναι συνυφασμένο με το πώς θα αντιμετωπίσουμε σήμερα το φαινόμενο μετανάστευση. Είναι γι’ αυτό που χρειάζεται συντονισμός, συνεργασία και κοινές πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να έχουμε όσο το δυνατό καλύτερα αποτελέσματα.
Το στοίχημα, βεβαίως, είναι πώς οι προκλήσεις που δημιουργεί η μετανάστευση μετατρέπονται σε ευκαιρίες. Πώς για παράδειγμα αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της δημογραφικής γήρανσης σε συνάρτηση με την απασχόληση σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας. Πώς ο φόβος για αλλοίωση της εθνικής μας ταυτότητας μετατρέπεται σε δυνατότητα προώθησης της δικιάς μας γλώσσας και πολιτισμού αλλά και εφόδιο γνώσεων και εμπειριών που ενισχύει τη δική μας δυναμική συμμετοχή στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια κοινωνία.
Ως μια κοινωνία που στο παρελθόν έστειλε χιλιάδες παιδιά της ως μετανάστες στο εξωτερικό έχουμε υποχρέωση σήμερα να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα αυτό με ιδιαίτερη ευαισθησία και υπευθυνότητα.