του Θανάση Τσώκου
Είναι υποκριτικό να ισχυρίζεται λοιπόν κανείς, ότι δεν γνώριζε την διαχρονικά σαθρή κατάσταση, που επικρατεί στις κεντρικές φυλακές. Ειδικά δε, αυτοί που κυβερνούσαν τον τόπο τα τελευταία χρόνια, πριν από την εκλογή του Νίκου Αναστασιάδη στην εξουσία και που σήμερα, ασκούν την εντονότερη κριτική στην Κυβέρνηση και τον Υπουργό, για τα συμβάντα των τελευταίων μηνών. Η κατάσταση στις κεντρικές φυλακές, αποτελούσε και αποτελεί, μια βραδυφλεγή βόμβα, στα χέρια όλων των Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. Κάτι που ισχύει τα τελευταία τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια. Η κατάσταση δε, που επικρατεί εντός των φυλακών (Θα ήθελα πάρα πολύ να χρησιμοποιήσω τον όρο Σωφρονιστικό Ίδρυμα, αντί «φυλακές», αλλά θα ήταν αδόκιμος στην προκειμένη περίπτωση), σε αρκετές περιπτώσεις, δεν είναι άσχετη με την κατάσταση και τη δράση, του οργανωμένου εγκλήματος εκτός των φυλακών. Τα δύο, αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία.
Το μείζονος σημασίας λοιπόν ερώτημα, δεν είναι αν θα πρέπει να παραιτηθεί ο Υπουργός Δικαιοσύνης. Στο τέλος της ημέρας, αυτός ο Υπουργός, έχει επιδείξει σημαντικό έργο από την ημέρα της ανάληψης των καθηκόντων του μέχρι σήμερα. Και γνωρίζοντας τον πολύ καλά, είμαι απόλυτα βέβαιος, ότι αν με την παραίτηση του, θα λυνόταν το πρόβλημα, έχει το πολιτικό ανάστημα, το θάρρος και την τόλμη και θα το έπραττε. Το ζήτημα όμως είναι αν θα παραιτηθεί ο Υπουργός ή η παραίτηση του Υπουργού θα έλυνε το διαχρονικό αυτό πρόβλημα; Μα και βέβαια όχι. Η πρόκληση έγκειται αλλού. Στο αν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, το σύνολο της κοινωνίας, θα ενσκήψει για να αντιμετωπίσει το τεράστιο αυτό πρόβλημα στις φυλακές. Αλλά και τη γάγγραινα του οργανωμένου εγκλήματος, συλλογικά και αποφασιστικά. Στηρίζοντας τον Υπουργό, στην προσπάθεια του να υλοποιήσει ένα πρόγραμμα εξυγίανσης των φυλακών και όχι μόνο.
Πρώτιστα όμως, θα πρέπει να λυθεί οριστικά, το πρόβλημα των κτηριακών εγκαταστάσεων. Είναι απαράδεκτο, να παρατηρείται πρόβλημα υπερπληθυσμού, σε μια φυλακή. Λόγω υπερπληθυσμού, αναφύονται σειρά άλλων εσωτερικών προβλημάτων. Οι κεντρικές φυλακές στεγάζονται σήμερα, σε ένα κτήριο που ανεγέρθηκε τον καιρό της αποικιοκρατίας, το οποίο βέβαια έτυχε διαχρονικά εξωραϊσμού. Δεν παύει όμως, από του να είναι, ένα κτίσμα του 1894. Δηλαδή εκατόν είκοσι χρόνων, που καλείται στις μέρες μας, να καλύψει ανάγκες άλλες, από αυτές της εποχής για την οποία κτίστηκε. Διαθέσιμη κρατική γη υπάρχει. Υπάρχουν επίσης και σύγχρονοι τρόποι ανέγερσης και χρηματοδότησης ενός λειτουργικού συγκροτήματος φυλακών όπως η μέθοδος BOT. Η περιοχή Μαρκί, στην επαρχία Λευκωσία, ενδείκνυται για ένα τέτοιο μεγαλεπήβολο έργο, το οποίο θα συμβάλει θετικά και στην οικονομική ανάπτυξη των κοινοτήτων της περιοχής.
Το θέμα της διοίκησης των φυλακών, αποτελεί επίσης κεφαλαιώδες ζήτημα. Όση καλή πρόθεση και να υπάρχει από το υφιστάμενο ανθρώπινο δυναμικό, είτε των φυλακών είτε της αστυνομίας, επιβάλλεται, διευθυντής των φυλακών, να διοριστεί άτομο με εξειδικευμένη γνώση και κατάρτιση στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Το οποίο με τους κατάλληλα εκπαιδευμένους και καταρτισμένους συνεργάτες, θα μπορεί να διοικεί το νέο σωφρονιστικό μας ίδρυμα, εφαρμόζοντας σύγχρονους σωφρονιστικούς κανόνες, πλείστοι από τους οποίους εφαρμόζονται σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες.
Επίσης, θα πρέπει να ενισχυθούν οι μηχανισμοί εξωτερικής, ανεξάρτητης παρακολούθησης του κρατικού σωφρονιστικού μας συστήματος. Με βάση τις σχετικές συμβάσεις του Ο.Η.Ε, τους Ευρωπαϊκούς σωφρονιστικούς κανόνες, αλλά και την αξιολόγηση του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου φυλακών. Αφού προβλήματα στις φυλακές τους, αντιμετωπίζουν και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Στόχος της Κυβέρνησης, αλλά και του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, είναι η δημιουργία, ενός ανθρώπινου σωφρονιστικού συστήματος και όχι η διατήρηση των παθογενειών ενός αναχρονιστικού συστήματος άλλων εποχών. Κάτι που θα επιτευχθεί μόνο, μέσα από μια συλλογική, εθνική προσπάθεια. Εξάλλου το πρόβλημα αυτό, μας προσβάλλει σας κράτος και σαν λαό. Προσβάλλει τον πολιτικό μας πολιτισμό.