του Κωνσταντίνου Πετρίδη
Κύπρος αιτήθηκε πριν λίγες μέρες από την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε έγκριση για χορηγία κρατικής ενίσχυσης ύψους €20 εκ. εφάπαξ και €3.5 εκ. ετησίως στις Κυπριακές Αερογραμμές (Κ.Α). Η ενίσχυση θα δίνεται από τα κρατικά ταμεία ως αποζημίωση για το ανταγωνιστικό μειονέκτημα και τη ζημιά που προκαλεί η Τουρκία στις Κ.Α, η οποία προέρχεται από την απαγόρευση πτήσεων των κυπριακών αεροπλάνων πάνω από τον τουρκικό εναέριο χώρο. Την ίδια βδομάδα, ο διαπραγματευτής της Τουρκίας με την Ε.Ε κ. Μπαγίς στηριζόμενος στις διαβεβαιώσεις της Ουγγρικής προεδρίας της Ε.Ε, δήλωνε ότι δεν υπάρχουν εμπόδια στο άνοιγμα του κεφαλαίου του ανταγωνισμού το οποίο πολύ πιθανόν να ανοίξει τον Μάρτιο. Γιατί ειδικά το κεφάλαιο του Ανταγωνισμού; Γιατί αυτό, θεωρείται το πιο “ανώδυνο” κεφάλαιο για την Τουρκία λόγω της έλλειψης εθνικών συμφερόντων από τα Κράτη Μέλη, κανένα εκ των οποίων δεν προβάλλει ενστάσεις ή όρους για το άνοιγμα του.
Η κυβέρνηση λοιπόν καλεί τους Ελληνοκυπρίους, τα θύματα της τουρκικής εισβολής, να αποζημιώσουν (ξανά) τον κρατικό αερομεταφορέα, αυτή την φορά για την ζημιά την οποία έχει προκαλέσει σε αυτόν η τουρκική εισβολή. Παράλληλα όμως δεν φαίνεται να συνδέει την στρέβλωση του ανταγωνισμού που πλήττει τις Κ.Α με το άνοιγμα του κεφαλαίου του Ανταγωνισμού στις διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε. Η Κύπρος θα μπορούσε να αξιοποιήσει το καθεστώς της σαν χώρα μέλους της Ε.Ε και να θέσει και την Τουρκία αλλά και την Ε.Ε προ των ευθυνών τους.
Η πρακτική της Τουρκίας αντίκειται στις πρόνοιες τις “Ενιαίας Αγοράς Αερομεταφορών” της Ε.Ε η οποία διασφαλίζει ότι όλοι οι αερομεταφορείς έχουν δικαίωμα να λειτουργούν υπό τους ίδιους όρους στην Ε.Ε. Οι όροι οι οποίοι καθορίζονται από τρίτες χώρες και διέπουν τις αερομεταφορές θα πρέπει να περιέχουν την “ρήτρα χαρακτηρισμού Ε.Ε” η οποία προνοεί την εφαρμογή των ίδιων όρων για όλους τους αερομεταφορείς της Ε.Ε χωρίς διάκριση, ανεξάρτητα από το Κράτος Μέλος το οποίο προέρχονται. Η Επιτροπή τονίζει ότι διαφορετικοί όροι ανάλογα με την χώρα προέλευσης των αερομεταφορέων “προκαλεί στρέβλωση στον ανταγωνισμό” και επιβαρύνει οικονομικά τους επιβάτες. Η υποχρέωση αυτή, επιβεβαιώνεται και με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Ιουνίου 2002 σχετικά με τις ¨αερομεταφορές ανοικτών ουρανών¨. Δεν θα προβώ σε νομική ανάλυση, αλλά η Τουρκία πιθανόν να παραβιάζει την νομοθεσία περί ανταγωνισμού της Ε.Ε, την νομοθεσία για την Ενιαία Αγορά Αερομεταφορών, την συναφή Κοινοτική νομολογία, το Άρθρο 49 της Συνθήκης της Ε.Ε, και το Διεθνές Δίκαιο για τις αερομεταφορές (Σύμβαση του Σικάγο). Η Κύπρος νομιμοποιείται λοιπόν να θέσει ως όρο για το άνοιγμα του κεφαλαίου του ανταγωνισμού την άρση της απαγόρευσης πτήσεων των Κυπριακών αεροπλάνων πάνω από τον τουρκικό εναέριο χώρο. Εάν η Κύπρος συναινέσει στο άνοιγμα του κεφαλαίου δεν θα μπορεί στο μέλλον να εγείρει το θέμα αφού οι διαπραγματεύσεις στο κεφάλαιο αυτό θα αφορούν μόνο τεχνικά θέματα όπως η δημιουργία μιας αρχής ανταγωνισμού και η θέσπιση μηχανισμών για έλεγχο συγχωνεύσεων και μονοπωλίων κλπ εκ μέρους της Τουρκίας.
Παράλληλα, η Κύπρος θα μπορούσε να απαιτήσει την άμεση εμπλοκή της Ε.Ε στην “διένεξη” με την Τουρκία, γιατί αυτό επιτάσσει η συνθήκη της Ε.Ε. Εξηγούμαι: Για να διασφαλιστεί η εφαρμογή των αρχών ίσης μεταχείρισης από τις τρίτες χώρες που δεν είναι μέλη της Ε.Ε, η θέση της Επιτροπής είναι ότι η άρση των εμποδίων στο εσωτερικό εμπόριο για τις αερομεταφορές θα πρέπει να συνοδεύεται από μια κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική έναντι τρίτων χωρών. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το 2002 επιβεβαίωσε την αρμοδιότητα της Κοινότητας για διεθνείς σχέσεις στις περιπτώσεις που οι εσωτερικοί κανόνες της ΕΕ επηρεάζονται από τρίτες χώρες. Σε ανάλογες περιπτώσεις στις οποίες τρίτες χώρες (π.χ. ΗΠΑ και Ρωσία) εφάρμοζαν διαφορετικούς όρους χρήσης του εναέριου χώρου τους ανάλογα με το Κράτος Μέλος προέλευσης των αερομεταφορέων, η Ε.Ε επενέβη και διαπραγματεύτηκε η ίδια για λυθεί το πρόβλημα. Η Επιτροπή διακήρυξε ότι η πολιτική των αερομεταφορών αποτελεί αποκλειστική δική της αρμοδιότητα και έκρινε ότι τα Κράτη Μέλη δεν θα πρέπει να διαπραγματεύονται διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες από μόνα τους. Με αυτά τα δεδομένα, η Κύπρος θα έπρεπε να ζητήσει επίσημα από την Επιτροπή, να ασκήσει την διακηρυγμένη από αυτήν κοινή εξωτερική πολιτική στις αερομεταφορές, αλλά και την απορρέουσα από την κοινοτική νομοθεσία θεσμική υποχρέωση της, και να αναλάβει τα ινία για την λύση του προβλήματος. Στο παρελθόν, πολλά κράτη μέλη μάλιστα προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εναντίον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για έλλειψη δράσης στους τομείς των αρμοδιοτήτων της. Ενδεχόμενη αποτυχία της Ε.Ε να διορθώσει την στρέβλωση αυτή, ίσως νομιμοποιούσε το αίτημα όπως η ενίσχυση στις Κ.Α να παρέχεται από τα ταμεία της ίδιας της Ε.Ε.
Η Κύπρος θα μπορούσε λοιπόν να εσωτερικεύσει το πρόβλημα και να το καταστήσει καθαρά ευρωπαϊκό. Δυστυχώς όμως, η “διεκδικητική” πολιτική μας εντός Ε.Ε στο θέμα αυτό μεταφράζεται σε προσπάθεια εκμετάλλευσης του κοινοτικού κεκτημένου για να στείλουμε τον λογαριασμό στον Κύπριο φορολογούμενο, τον οποίο καλούμε ακόμη μια φορά να πληρώσει τις ευθύνες άλλων.
ΥΓ: Αν η κυβέρνηση άρχισε να αποζημιώνει επιχειρήσεις λόγω της ζημιάς που τους προκάλεσε η τουρκική εισβολή, δεν θα έπρεπε για σκοπούς ισότητας να αποζημιωθούν όλες τις επιχειρήσεις που πλήγηκαν από τον λόγο της τουρκικής εισβολής; Και για σκοπούς δικαιοσύνης δεν θα έπρεπε να έχουν προτεραιότητα αυτές που δεν έχουν λάβει άλλες κρατικές ενισχύσεις στο παρελθόν;