Λανθασμένο μήνυμα στους ξένους επενδυτές

6 Μαρτίου, 2014

του Αβέρωφ Νεοφύτου

Η κυπριακή οικονομία στηριζόταν σε τρεις βασικούς πυλώνες. Τουρισμός, ανάπτυξη γης και κατασκευές και παροχή υπηρεσιών. Ένα τεράστιο μέρος των προσφερόμενων υπηρεσιών είναι χρηματοοικονομικής φύσεως, βάσει και του σχεδιασμού ώστε να καταστεί η Κύπρος περιφερειακό χρηματοοικονομικό κέντρο.

Εδώ και μια δεκαετία περίπου ο τουρισμός μειώνεται λόγω αυξημένου ανταγωνισμού και μη εμπλουτισμού του τουριστικού μας προϊόντος. Ο τομέας ανάπτυξης γης έχει επηρεαστεί τα μέγιστα από την παρούσα οικονομική κρίση και δεν φαίνεται πως θα παρουσιάσει σημάδια ανάκαμψης για τα επόμενα χρόνια. Άρα ο μόνος τομέας που έμεινε για να στηρίζει την κυπριακή οικονομία είναι ο τομέας των υπηρεσιών. Και σίγουρα δεν μας προτιμούν οι ξένοι για το ωραίο μας κλίμα, αλλά λόγω των φορολογικών πλεονεκτημάτων που διαθέτουμε και της φορολογικής σταθερότητας της χώρας μας.

Ήδη με το υφιστάμενο φορολογικό σύστημα τα πλεονεκτήματα που είχαμε άρχισαν να εξανεμίζονται. Από την πρώτη θέση που είχαμε το 2006 σε επενδύσεις στην Ρωσία, βρεθήκαμε στην τέταρτη θέση το 2009. Και αυτό γιατί άλλοι ανταγωνιστικοί προορισμοί όπως Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Βέλγιο κ.ά. άρχισαν να προσφέρουν κίνητρα για να προσελκύσουν ξένες εταιρίες. Και εμείς, αντί να εκσυγχρονίσουμε την νομοθεσία μας για να γίνουμε πιο ανταγωνιστικός προορισμός και να προσελκύσουμε περαιτέρω επενδύσεις, ερχόμαστε και εξαγγέλλουμε αυξήσεις του εταιρικού φόρου.

Ποιο είναι το μήνυμα που δίνουμε όμως στους ξένους; Είπε η κυβέρνηση πως για να αντιμετωπίσουμε την κρίση θα επιβληθεί αύξηση 1% στον εταιρικό φόρο για 2 χρόνια ώστε να αυξηθούν τα κρατικά έσοδα. Εάν του χρόνου το δημοσιονομικό έλλειμμα αυξηθεί περαιτέρω, τότε θα επιβάλουμε και νέες φορολογίες; Η σταθερότητα του φορολογικού μας συστήματος θα πρέπει να φυλαχθεί σαν κόρη οφθαλμού. Δεν πρέπει να περάσει το μύνημα πως οι φορολογικοί συντελεστές μπορούν να αλλάζουν ανάλογα με τους κύκλους της οικονομίας. Οι ξένοι δεν είναι εδώ λόγω συναισθηματικών δεσμών με τον τόπο μας. Είναι εδώ γιατί είχαν συγκριτικά οικονομικά πλεονεκτήματα. Όπως σε μια μέρα ήρθαν και ίδρυσαν εταιρίες, έτσι σε μια μέρα μπορούν να τις πάρουν και να φύγουν. Η αύξηση του 1% μπορεί να ακούγεται μικρή, αλλά θα επιβαρύνει τις εταιρίες με αύξηση 10% στα έξοδα τους σε φόρους. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι κυβερνώντες πως αύξηση του εταιρικού φόρου δεν συνεπάγεται και αύξηση των εσόδων του κράτους. Επειδή σίγουρα το μέτρο αυτό θα αποτρέψει νέες εταιρίες να δραστηριοποιηθούν και ίσως να προκαλέσει και την φυγή αρκετών υφιστάμενων. Και άρα είναι πιθανόν το μέτρο αυτό να έχει αποτελέσματα αντίθετα από ότι αναμένουν οι κυβερνώντες.

Πρέπει με κάθε τρόπο να διαφυλάξουμε τον χρηματοπιστωτικό τομέα που είναι η δύναμη της οικονομίας μας και την σταθερότητα στο φορολογικό μας σύστημα. Ήδη ο τομέας δέχεται αρκετά πλήγματα από παντού. Ακούσαμε πρόσφατα εκτιμήσεις του Υπουργού Οικονομικών πως οι Κυπριακές τράπεζες θα υποβαθμιστούν από διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Είδαμε την κυβέρνηση να εισηγείται μέτρο το οποίο θα δίνει προτεραιότητα στο κράτος όταν υπάρχουν οφειλές προς τον Φόρο Εισοδήματος και άρα θα βάζει σε δεύτερη μοίρα τις υποθήκες των τραπεζών. Παρατηρούμε εδώ και καιρό μια συνεχή επίθεση και αμφισβήτηση προς τον θεσμό της Κεντρικής Τράπεζας και του Διοικητή της. Όλα αυτά προκαλούν αστάθεια και αβεβαιότητα στον τομέα. Και η αστάθεια και η αβεβαιότητα είναι οι χειρότεροι εχθροί των επενδύσεων. Και η κυβέρνηση αντί να στηρίξει τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τον ευρύτερο τομέα των υπηρεσιών, και να επαναφέρει την σταθερότητα, έρχεται να προτείνει αύξηση στον εταιρικό φόρο. Τόσο ο χρηματοπιστωτικός τομέας, ο τομέας των υπηρεσιών αλλά γενικότερα ο επιχειρηματικός κόσμος βρίσκονται συνέχεια και συνειδητά στο στόχαστρο των κυβερνώντων.

Ο ΣΕΛΚ παρομοίασε το μέτρο ως «βόμβα στα θεμέλια που στηρίζουν την οικονομία μας» και προβλέπει πως «μόνο ζημιά θα προκληθεί στην οικονομία μας τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα». Ο CIPA, σε ανακοίνωση του τονίζει πως «η αξιοπιστία μας ως επιχειρηματικό κέντρο θα δεχθεί σοβαρό πλήγμα, χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει συνολικά αύξηση των εσόδων του κράτους». Ο ελεγκτικός οίκος PWC σε ανακοίνωση του κάνει λόγο για «φορολογική ανευθυνότητα» εκ μέρους του κράτους και καταλήγει πως «σε εποχές που μόνος στόχος πρέπει να είναι τα κίνητρα και οι ρεαλιστικές προτάσεις για ανάπτυξη, κινδυνεύουμε να παρασυρθούμε σε μια δίνη αναξιοπιστίας προς τις διεθνείς αγορές».

Εάν η κυβέρνηση ενοχλείται στο να ακούει τον Δημοκρατικό Συναγερμό, ας ακούσει τουλάχιστον τους τεχνοκράτες και τους επαγγελματίες του τομέα. Σίγουρα κάτι περισσότερο θα γνωρίζουν και η γνώμη τους θα πρέπει και επιβάλλεται να έχει βαρύτητα.

 

 

https://disy.org.cy/wp-content/uploads/2023/09/logo-site-members.disy_.cy_.png
Επικοινωνία
22883000
Πινδάρου 25, Λευκωσία

Χρήση Cookies | Όροι Χρήσης Ιστοσελίδας
© 2025 ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ. All Rights Reserved.