του Θανάση Τσώκου
Η εκλογή λοιπόν του κ. Έρογλου, άρα και η αλλαγή του διαπραγματευτή της τουρκοκυπριακής πλευράς στις συνομιλίες για επίλυση του κυπριακού προβλήματος, δημιουργεί νέα δεδομένα. Όπως νέα δεδομένα φαίνεται ότι δημιουργούνται και από την απόφαση του ΕΔΑΔ, αλλά και την προώθηση του κανονισμού από πλευράς Ε.Ε. για το απευθείας εμπόριο. Αν επιπλέον ισχύει η εκτίμηση του Έλληνα αν. υπουργού Εξωτερικών κ. Δρούτσα, ότι η Τουρκία δεν επείγεται για λύση του Κυπριακού, το οποίο δεν αποτελεί προτεραιότητα της, επιβάλλεται η χάραξη μιας νέας, ολοκληρωμένης στρατηγικής, από τη δική μας πλευρά. Η ευθύνη της ελληνοκυπριακής ηγεσίας, γίνεται μεγαλύτερη, αφού και στην πρόσφατη εθιμοτυπικού και άνευ ουσιαστικής σημασίας επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού, επαναβεβαιώθηκε το δόγμα, η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται.
Επιβάλλεται λοιπόν, στην τριήμερη συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου, να γίνει μια σε βάθος, εκτίμηση και αξιολογική του κυπριακού προβλήματος. Θα πρέπει να αξιολογηθούν, όλα τα νέα τοπικά, διεθνή και ευρωπαϊκά δεδομένα. Στόχος, η προετοιμασία ενός συλλογικού πλαισίου προτάσεων. Η χάραξη μιας ολοκληρωμένης κοινής στρατηγικής όλων των πολιτικών δυνάμεων. Να απαντηθεί το ερώτημα, τι επιδιώκουμε ως ελληνοκυπριακή πλευρά από τώρα και στο εξής.
Κεφαλαιώδους σημασίας και καθοριστική, θα είναι η δυνατότητα και ικανότητα της πολιτικής μας ηγεσίας, μέσα από τις αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου, να συνδέσει την λύση του Κυπριακού με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. H Τουρκία, θα συνεχίσει την προσπάθεια της για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς, ότι η χώρα αυτή θα επιτρέψει στον Έρογλου να ακυρώσει τα όσα έχει πετύχει μέχρι σήμερα, με πρώτο την αποενοχοποίηση της στο Κυπριακό.
Μετά την συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου, και αφού αποφασιστεί μια κοινή στρατηγική όλων των πολιτικών δυνάμεων, η δική μας πλευρά, θα πρέπει να προσέλθει στις συνομιλίες με πραγματική βούληση για επίτευξη συνολικής λύσης. Ανεξάρτητα με το τι θα πράξει η άλλη πλευρά. Θα πρέπει όμως να ληφθεί σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι ουδέποτε η Άγκυρα έθεσε σαν στόχο την λύση του Κυπριακού. Ανέκαθεν, στόχος της ήταν η διχοτόμηση της Κύπρου. Ενώ πάγια τακτική της αποτελεί, η επιθετική διπλωματία κατά την διάρκεια συνομιλιών, πάντοτε υποβοηθούμενη από τον βρετανικό παράγοντα.
Εύκολα μπορεί κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι τα τελευταία χρόνια το Κυπριακό έχει διολισθήσει σοβαρά, εξ υπαιτιότητας των λαθών της δικής μας πλευράς, αλλά και της συνεπούς διαχρονικής και αδιάλειπτης διχοτομικής πολιτικής της Τουρκίας. Η αποδοχή από τον πρόεδρο Χριστόφια της εκ περιτροπής προεδρίας, της σταθμισμένης ψήφου και της παραμονής πενήντα χιλιάδων εποίκων, η επινόηση της ενδοκυπριακής λύσης, η απόφαση του ΕΔΑΔ, η προώθηση του κανονισμού για το απευθείας εμπόριο, η αύξηση των εποίκων σε τουλάχιστον διακόσιες πενήντα χιλιάδες, η αύξηση του ποσοστού των Τουρκοκυπρίων που δεν επιθυμούν λύση, θα πρέπει να αποτελέσουν σημεία συζήτησης στο Εθνικό Συμβούλιο. Θέμα συζήτησης στην ατζέντα της συνεδρίας του Εθνικού θα πρέπει να είναι και ο ρόλος μας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα συνεχίσουμε να προσεγγίζουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από ιδεοληψίες του παρελθόντος και ορμέμφυτα άλλων εποχών, ή θα διεκδικήσουμε έναν νέο, ενεργό και δυναμικό ρόλο μέσα από συμμαχίες, αλλά και μέσα από μια νέα εξωτερική πολιτική με στόχο και την ανάληψη διεθνούς πρωτοβουλίας για το Κυπριακό;
Για να έχει η επικείμενη συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου το αναμενόμενο αποτέλεσμα, θα πρέπει πρώτα να γίνει αντιληπτό από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους συνεργάτες του ότι η πολιτική τους στο Κυπριακό τα τελευταία δύο χρόνια έχει χρεοκοπήσει. Άρα προκύπτει η ανάγκη για χάραξη μιας νέας ολοκληρωμένης πολιτικής και στρατηγικής που θα μας οδηγήσει στην λύση του κυπριακού προβλήματος και όχι στην πολιτική για επίρριψη ευθυνών στην άλλη πλευρά σε περίπτωση ναυαγίου των συνομιλιών.