του Χριστόφορου Φωκαΐδη
Φαίνεται πως στο επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης έχει επικρατήσει πλέον η άποψη πως μόνο μέσα από την επιστροφή στο παρελθόν μπορεί πλέον να ελπίζουν σε ανατροπή των σε βάρος τους αρνητικών δεδομένων προκειμένου να διατηρηθούν στην εξουσία. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής έχει εισαχθεί στο πολιτικό λεξιλόγιο των κυβερνώντων, ως σταθερή αναφορά, η λέξη «μετάλλαξη». Πρώτιστος στόχος τους δεν είναι να παρουσιάσουν μια πρόταση για το μέλλον, ούτε καν να υπερασπιστούν το δικό τους παρόν στην εξουσία, τις δικές τους πολιτικές δηλαδή. Πρώτιστος στόχος είναι να πλήξουν την εναλλακτική πρόταση της αντιπολίτευσης παρουσιάζοντας την ως αναξιόπιστη. Έχει λοιπόν ενδιαφέρον να εξετάσουμε την προεκλογική αυτή θέση των κυβερνώντων περί «μετάλλαξης» και κατά πόσο αυτή μπορεί να τεκμηριωθεί. Στο σημερινό άρθρο θα παραθέσουμε μόνο κάποιες προκαταρτικές παρατηρήσεις. Σ’ ότι αφορά το μεγάλο θέμα του Κυπριακού θα επανέλθουμε πιο αναλυτικά στη συνέχεια.
Καταρχάς, οφείλουμε να καταγράψουμε ένα αφετηριακό στρατηγικό σφάλμα της προσέγγισης αυτής που ως βασικό άξονα έχει την επιστροφή της συζήτησης διαρκώς στο παρελθόν. Σειρά ερευνών κοινής γνώμης έχουν επιβεβαιώσει ότι ανεξαρτήτως ιδεολογικών προτιμήσεων, αυτό που πρωτίστως ενδιαφέρει τους πολίτες σήμερα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο μεγάλης οικονομικής κρίσης, είναι πώς η πολιτική προσφέρει πρακτικές λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα. Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, για να επικαλεστώ τον καθηγητή Vernon Bogdanor του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, πως «επιτυχημένη κυβέρνηση είναι αυτή που ασχολείται με την αντιμετώπιση των μελλοντικών προβλημάτων και όχι των προβλημάτων του παρελθόντος» (βλ. «What makes a successful democratic government?», 2004).
Ας δούμε όμως και τι στην ουσία σημαίνει ο όρος «μετάλλαξη». Όπως μας πληροφορεί ο καθηγητής Μπαμπινιώτης μετάλλαξη (ή μεταλλαγή) σημαίνει τη διαδικασία μεταβολής ή μετάβασης σε μια νέα μορφή. Αν και στην κυριολεξία ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στη βιολογία, η μεταφορική του έννοια αφορά στην περιγραφή μιας ριζικής αλλαγής. Για παράδειγμα μπορεί να κάνουμε λόγο για ριζική μεταβολή «των κοινωνικών και πολιτικών δομών»(βλ. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας).
Το πρώτο ερώτημα λοιπόν που πρέπει να απαντήσουμε είναι αν και κατά πόσο συντελούνται σήμερα ριζικές μεταβολές στον κόσμο ολόκληρο αλλά και στην ίδια την κυπριακή κοινωνία. Η απάντηση νομίζω είναι πέρα για πέρα προφανής. Ο μεγάλος θεωρητικός της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας Antony Giddens (για να κάνω μια ενδεικτική αναφορά μόνο) στο βιβλίο του «Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών» σημειώνει χαρακτηριστικά πως σήμερα «βιώνουμε μια εποχή ραγδαίων μετασχηματισμών». Για να συμπληρώσει στη συνέχεια πως «για να μπορέσουμε να ελέγξουμε το μέλλον πρέπει να απελευθερωθούμε από τις συνήθειες και τις προκαταλήψεις του παρελθόντος». Αυτή ακριβώς η δυνατότητα και η ταχύτητα προσαρμογής στις νέες συνθήκες καθίσταται σήμερα ο κύριος προσδιοριστικός παράγοντας επιτυχίας κάθε χώρας, σε μια εποχή έντονου παγκόσμιου ανταγωνισμού. Και εδώ ακριβώς είναι ο ρόλος της πολιτικής ηγεσίας.
Οι χώρες εκείνες που οι πολιτικές τους ηγεσίες τους μένουν αγκυλωμένες στο παρελθόν, είναι πέρα για πέρα βέβαιο ότι θα χάσουν το στοίχημα του μέλλοντος. Όταν βεβαίως η εμμονή στο παρελθόν αφορά το κόμμα ή την ιδεολογία τους, αυτό αποτελεί δική τους υπόθεση και ως τέτοια είναι απολύτως σεβαστή. Άλλωστε, η επιστροφή στο παρελθόν δεν ενέχει πάντοτε χαρακτηριστικά πολιτικής τακτικής ή στρατηγικής. Μπορεί ορισμένες φορές να προσλαμβάνει και εργαλειακό χαρακτήρα, ως αναγκαίο στοιχείο αναπαραγωγής της ταυτότητας και της δομής ενός κόμματος.
Στο εξαίρετο άρθρο τους, στο έγκυρο ακαδημαϊκό περιοδικό Party Politics, «Red Flag Still Flying: Explaining AKEL–Cyprus’s Communist Anomaly», οι Richard Dunphy και Tim Bale, προσπαθώντας να αναλύσουν την ιδιαιτερότητα του ΑΚΕΛ, ως του μόνου κομμουνιστικού κόμματος στην Ευρώπη που χωρίς να απαρνηθεί τη μαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία του, κατάφερε όχι απλώς να συγκρατήσει την εκλογική του δύναμη αλλά και να βρεθεί στην εξουσία, καταλήγουν στο συμπέρασμα πως το κόμμα συναρτά το μέλλον του περισσότερο με τη διατήρηση της ιστορικής του συνέχειας και ταυτότητας, παρά με την προσαρμογή του στις νέες συνθήκες.
Ενώ όμως αυτό μπορεί να καθιστά το ΑΚΕΛ τη μοναδική εξαίρεση ανάμεσα στα κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης, την ίδια ώρα προκαλεί σημαντικό κοινωνικό κόστος, ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι σήμερα το ΑΚΕΛ έχει την αποκλειστική ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει καλύτερο παράδειγμα στην επικαιρότητα αυτή τη στιγμή από την εσπευσμένη και ασύνταχτη προσπάθεια ιδιωτικοποίησης των Κυπριακών Αερογραμμών. Ακόμα και όταν πριν λίγους μήνες οδηγούσαν μέσα από την αδράνεια και τις ιδεολογικές εμμονές τους την Eurocypria στη χρεοκοπία, οι κυβερνώντες δεν ήθελαν να ακούσουν τη λέξη ιδιωτικοποίηση. Παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις της αντιπολίτευσης, συνέχισαν να αναμασούν συνθήματα περί ξεπουλήματος του εθνικού πλούτου και αρνήθηκαν να δουν με πραγματισμό τις νέες συνθήκες. Σήμερα τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις για να σώσουν ό,τι σώζεται. Ανάλογα παραδείγματα θα μπορούσαν να παρατεθούν πολλά. Θα επανέλθουμε όμως…
Καταληκτικά, λοιπόν, θα έλεγα πως μια κυβέρνηση που χαρακτηρίζεται απ’ αυτό που ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Samuel Beer αποκάλεσε «ψυχαναγκαστική προσκόλληση στην ιδεολογία», μια κυβέρνηση που παραμένει στραμμένη στο παρελθόν, δεν μπορεί να είναι ωφέλιμη για τον τόπο. Μια τέτοια κυβέρνηση είναι πραγματικά εκτός εποχής! Γιατί ενώ το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η αλλαγή, βλέπει την αλλαγή ως κίνδυνο και ως απειλή. Μέσα απ’ αυτή τη θεώρηση, βεβαίως, και προσδίδοντας αρνητικό πρόσημο στην αλλαγή, μπορεί να κατανοήσει κανείς με ποιο τρόπο αυτό μπορεί να προσληφθεί και ως «μετάλλαξη»!