του Αβέρωφ Νεοφύτου
Τις τελευταίες μέρες στην επικαιρότητα, πέραν των θεμάτων του Εθνικού αλλά και της οικονομίας γενικότερα κυριαρχεί και το θέμα του ρουσφετιού. Μετά και από τις καταγγελίες της ΣΕΚ ότι κατά την διάρκεια των δύο χρόνων διακυβέρνησης του Δημήτρη Χριστόφια μειώθηκαν τα μέλη της ΣΕΚ κατά 100 την στιγμή που αυξήθηκαν κατά 500 τα μέλη της ΠΕΟ, όσον αφορά τους κυβερνητικούς εργάτες.
Σήμερα στην «ΧΑΡΑΥΓΗ» στην σελίδα 5, σε σχόλιο της σημειώνεται ότι η ΠΕΟ έχει σήμερα 41,74% των ωρομισθίων εργατών του Δημοσίου ενώ η ΣΕΚ 54,23%. Επιπρόσθετα αναφέρει ότι το 2000 επί διακυβέρνησης Κληρίδη τα ποσοστά της ΠΕΟ κατρακύλησαν στο 33%, ενώ της ΣΕΚ αιφνιδίως σκαρφάλωσαν στο 62%.
Δεν θα αμφισβητήσω ούτε τα στοιχεία της ΣΕΚ, ούτε της ΠΕΟ. Γιατί θα πω ξεκάθαρα πως ρουσφέτι είχαμε και πριν, έχουμε και σήμερα και θα έχουμε και περισσότερο ρουσφέτι αύριο. Και εάν θέλουμε να καταπολεμήσουμε το ρουσφέτι το πρώτο πράγμα που πρέπει να επιδιώξουμε είναι η σμίκρυνση του χάσματος μεταξύ των δύο κόσμων που δημιουργήσαμε.
Μεταξύ του προνομιούχου κόσμου της δημόσιας απασχόλησης σε σύγκριση με τον δύσκολο και μη προνομιούχο κόσμο της ιδιωτικής απασχόλησης.
Δεύτερον με τη χώρα μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη ζώνη του ευρώ, στο έτος 2010 δεν μπορούμε να συνεχίζουμε με δομές κράτους που τα θεμέλια τους είναι στην δεκαετία του 60.
Δεν δικαιολογείται σε μία Ευρωπαϊκή και σύγχρονη χώρα των 700.000 κατοίκων, το σύνολο των εργαζομένων στον δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, να είναι ο υπερβολικός αριθμός των 70.000 (σε αυτούς περιλαμβάνονται έκτακτοι, δεκαπενθήμεροι, ωρομίσθιοι, δημόσιοι υπάλληλοι, εκπαιδευτικοί, αστυνομικοί, στρατιωτικοί, υπάλληλοι ημικρατικών οργανισμών κτλ).
Εάν πάρουμε κατά κατηγορίες, θα παρατηρήσουμε ότι έχουμε περίπου 17.000 δημόσιους υπαλλήλους και την ίδια στιγμή έχουμε 13.000 μόνιμους ωρομίσθιους. Και διερωτάται κανείς; Τι χρειάζονται σήμερα 13.000 ωρομίσθιοι εργάτες στο κράτος;
Η απάντηση είναι απλή. Για να βολεύουμε ο καθένας τους δικούς μας, χωρίς διαδικασίες, χωρίς κριτήρια. Και ο μόνος τρόπος που έχει ο μη προνομιούχος πολίτης να εισέλθει ως μόνιμος ωρομίσθιος στην κρατική μηχανή είναι δια μέσου του ρουσφετιού.
Εάν θέλουμε να χτυπήσουμε την μάστιγα του ρουσφετιού, ας κάνουμε τα ουσιαστικά αλλά και συγχρόνως απλά. Δεν χρειάζεται η σύγχρονη Κύπρος 13.000 ωρομίσθιους. Δεν χρειάζεται η σύγχρονη Κύπρος να είναι κράτος των καθαριστών, των πελεκάνων, των μπογιατζήδων, των επιπλοποιών, των οποιονδήποτε κατηγοριών ωρομισθίων. Και για να διευκρινίσω, θέλουμε να στείλουμε το μήνυμα πως δεν θα επηρεαστεί κανένας από τους σημερινούς ωρομίσθιους εργαζόμενους. Όμως να σταματήσουμε τη δημιουργία νέων θέσεων και παράλληλα όποιος ωρομίσθιος αφυπηρετεί να μην πληρώνεται η θέση του.
Μόνον έτσι, πρώτον, θα καταπολεμήσουμε το ρουσφέτι που αφορά τον τομέα των εργατών στο δημόσιο αλλά και δεύτερον, θα περιορίσουμε τις θέσεις εργασίας στο δημόσιο προτού είναι αργά.
Επαναλαμβάνω κλείνοντας. Οι μόνιμα ωρομίσθιοι εργαζόμενοι στο δημόσιο είναι η κερκόπορτα του ρουσφετιού που ζει και βασιλεύει στην κυπριακή κοινωνία.
Δεν χρειαζόμαστε 13.000 ωρομίσθιους. Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο και ευέλικτο κράτος. Ένα κράτος ρυθμιστή και όχι ένα κράτος επιχειρηματία, κράτος των ωρομισθίων και κράτος κατασκευαστή. Και εάν μειώσουμε δραστικά τις θέσεις των ωρομισθίων θα μπορούμε με υπεύθυνο τρόπο και εκεί και όπου χρειάζονται, με πολύ φειδώ, κάποιες επιστημονικές θέσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, να τις στελεχώσουμε με νέους, ικανούς και με προσόντα επιστήμονες.