ΤΚΑ: μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και επενδυτική πολιτική

6 Μαρτίου, 2014

του Αβέρωφ Νεοφύτου

Πολλά έχουν ακουστεί το τελευταίο διάστημα για την επιτυχία της διασφάλισης της βιωσιμότητας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Δυστυχώς όμως τα περισσότερα που έχουν ακουστεί δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Σίγουρα κάποια από τα μέτρα που πάρθηκαν είναι προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα για να μπορούμε να μιλούμε για την διασφάλιση της βιωσιμότητας του Ταμείου στο μακροπρόθεσμο μέλλον.

Η αύξηση των εισφορών των υπαλλήλων που έγινε πέρυσι βελτιώνει βραχυπρόθεσμα την βιωσιμότητα του Ταμείου. Όμως δεν αποτελεί την λύση του προβλήματος. Ο σημερινός νέος που θα πληρώνει αυξημένες εισφορές για μια ζωή δεν διασφαλίζεται όταν αυτός θα συνταξιοδοτηθεί το 2040 και μετά. Άρα οι αυξημένες εισφορές δεν αποτελούν την λύση στο πρόβλημα, αλλά ίσως είναι μέρος της λύσης.

Η ετήσια δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι περίπου 4,5% και αναμένεται να αυξηθεί μέχρι το 2050 σε ποσοστό 14% του ΑΕΠ. Έτσι οι εισφορές θα πρέπει να τριπλασιαστούν σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα για να παραμείνει το ισοζύγιο χρηματοροών. Αυτό σίγουρα δεν μπορεί να γίνει με τις επιπτώσεις που θα έχει στην ανταγωνιστικότητα και στο κόστος εργασίας.

Φυσικά για να μπορέσει το ΤΚΑ να θεωρηθεί βιώσιμο πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά. Κατ’ αρχήν η αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης θα πρέπει να επεκταθεί σε όλο τον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Αυτό μπορεί να μην έχει άμεσα αποτελέσματα, αλλά τα ωφελήματα από ένα τέτοιο μέτρο θα φανούν με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Θα συμβάλει στην καλύτερη διαχείριση των συνταξιοδοτικών ταμείων, θα αυξήσει τις εισφορές στα διάφορα ταμεία και θα μειώσει τα ποσά που το κράτος θα πληρώνει σε συντάξεις. Επίσης το μέτρο θα συμβάλει στην επίτευξη του στόχου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που έχει τεθεί για το 2020 για το 75% του πληθυσμού ηλικίας 20-64 ετών να εργάζεται.

Ένα άλλο μέτρο που επιβάλλεται να γίνει άμεσα είναι η αλλαγή του συστήματος εισφορών των νεοεισερχόμενων δημόσιων υπαλλήλων για τις συντάξεις τους. Με το υφιστάμενο σύστημα, οι δημόσιοι υπάλληλοι συνεισφέρουν λιγότερο από τους υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα στο ΤΚΑ. Με την ένταξη των νεοεισερχόμενων δημοσίων υπαλλήλων στο σχέδιο συντάξεων του ΤΚΑ, η στρέβλωση που υπάρχει μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών υπαλλήλων θα διορθωθεί και θα συμβάλει στα δημόσια οικονομικά με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς επίσης θα συμβάλει και στην βιωσιμότητα του Ταμείου λόγω των αυξημένων εισφορών που θα προκύψουν σε μόνιμη βάση.

Επίσης πολιτικές που έχουν στόχο την στήριξη της απασχόλησης θα έχουν θετικό αντίκτυπο στην βιωσιμότητα του Ταμείου λόγω της γενικής αύξησης των εισφορών. Προσπάθεια με συγκεκριμένες πολιτικές θα πρέπει να γίνει για να αυξηθεί η συμμετοχή του γυναικείου εργατικού δυναμικού στην αγορά καθώς και προσπάθεια πάταξης της αδήλωτης εργασίας και εγγραφής των μεταναστών που εργάζονται στην Κύπρο στο ΤΚΑ.

Το κυριότερο όμως που πρέπει να γίνει για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ΤΚΑ είναι η αλλαγή της επενδυτικής του πολιτικής. Είναι αδιανόητο το Ταμείο να κρατά σε καταθέσεις στην Κεντρική Τράπεζα ποσά που ξεπερνούν τα €6,3δις και να εισπράττει επιτόκιο 1,50% στα ποσά αυτά. Η Κεντρική Τράπεζα επενδύει τα πλεονάσματα των Ταμείων μόνο σε Γραμμάτια του Δημοσίου, τα οποία είναι μικρής διάρκειας και φέρουν το χαμηλότερο επιτόκιο από τα υπόλοιπα κρατικά αξιόγραφα. Με την πολιτική αυτή το κράτος δανείζεται για σειρά ετών με διοικητικές διευθετήσεις τα πλεονάσματα του Ταμείου με ευνοϊκούς όρους, πολιτική που δεν διασφαλίζει τα συμφέροντα του ΤΚΑ. Εάν το ποσό αυτό ήταν καταθετημένο σε οποιαδήποτε εμπορική τράπεζα ή Συνεργατικό Πιστωτικό Ίδρυμα θα μπορούσε να λαμβάνει διπλάσιο ή ακόμα και τριπλάσιο επιτόκιο και ίσως ψηλότερες αποδόσεις μέσα από μια σωστή επενδυτική πολιτική. Εξ άλλου αυτό είναι ένα σημείο που καυτηριάζει και η Γενική Ελέγκτρια στην Έκθεση της για το 2008 και εισηγείται πως και άλλες επενδυτικές ευκαιρίες που προβλέπονται στο πλαίσιο επενδυτικής πολιτικής του Ταμείου θα πρέπει να αξιολογηθούν, όπως για παράδειγμα καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα μέχρι ενός ποσοστού και σε κρατικά χρεόγραφα κρατών μελών της Ευρωζώνης.

Το υπόλοιπο του ΤΚΑ στις 31.12.2009 ήταν €6,587,178,106. Από αυτά τα €6,319,167,081 ήταν κατατεθειμένα στην Κεντρική Τράπεζα και συνεπώς επενδυμένα σε βραχυπρόθεσμα Γραμμάτια του Δημοσίου, δηλαδή ένα ποσοστό της τάξης του 96% του ενεργητικού του Ταμείου είναι σαν δάνειο στην κυβέρνηση. Και μάλιστα με επιτόκιο 1,50%. Αυτό και αν είναι εκμετάλλευση των εργαζομένων. Ακόμα εάν συνυπολογίσουμε και το χρέος της κυβέρνησης και προς το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού και προς το Ταμείο Αδειών τότε το ποσό αυξάνεται σχεδόν στα €7δις. Έτσι ενδεικτικά τα ποσά που είναι κατατεθειμένα σε διάφορες εμπορικές τράπεζες είναι συνολικού ύψους €65,779,025. Δηλαδή αποτελούν μόλις το 1% του συνολικού ενεργητικού του Ταμείου. Και παρόλα αυτά λαμβάνουν διάφορα επιτόκια που κειμένονται από 3,75% μέχρι και 4,25%. Αυτό μας υποδεικνύει πως εάν το σύνολο του Ταμείου ήταν κατατεθειμένο σε εμπορικές τράπεζες, τότε θα μπορούσε να λαμβάνει ένα πολύ υψηλότερο επιτόκιο. Τα υπόλοιπα €202,232,000 ή ποσοστό 3% επί του συνόλου του ενεργητικού του Ταμείου είναι επενδυμένα σε κρατικά ομόλογα.

Με άλλα λόγια το πραγματικό αποθεματικό του ΤΚΑ ήταν σχεδόν €66εκ. στις 31.12.2009. Δηλαδή μόλις ένα ποσοστό 1% επί του συνόλου του ενεργητικού του Ταμείου. Το υπόλοιπο 99% του Ταμείου είναι δανεισμός προς την κυβέρνηση με πολύ χαμηλό επιτόκιο. Και εδώ καταρρίπτεται και ο μύθος ότι η κυβέρνηση δημιούργησε επιπρόσθετο αποθεματικό €200εκ. στο Ταμείο. Αναλογιστείτε την επίπτωση στα δημόσια οικονομικά εάν το κράτος επένδυε τα λεφτά του ΤΚΑ σε πιο μακροχρόνια γραμμάτια του δημοσίου που φέρουν πολύ ψηλότερο επιτόκιο. Με το επιτόκιο στο 1,50%, το κράτος πλήρωσε τόκους προς το ΤΚΑ €112εκ. για το 2009. Εάν το επιτόκιο ήταν στο 3,75%, όπως και το κρατικό ομόλογο, τότε το κράτος θα έπρεπε να είχε πληρώσει ακόμα €170εκ. σε τόκους προς το Ταμείο. Από τη μια, το ταμείο των εργαζομένων θα είχε επιπρόσθετη απόδοση €170εκ., αλλά από την άλλη θα είχε και αρνητική επίπτωση στο δημοσιονομικό έλλειμμα κατά ακόμα 1% για το 2009 και θα εκτόξευε το έλλειμμα πέραν του 7%. Αυτά τα σημεία θα πρέπει να μας προβληματίσουν γιατί κάποτε θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από πρακτικές δημιουργικής λογιστικής που άμεσα θα πρέπει να εκλείψουν πριν εκτεθεί ανεπανόρθωτα η χώρα μας.

Είναι ξεκάθαρο πως η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το ΤΚΑ για να δανείζεται φτηνά από τους κόπους και τους μόχθους των εργαζομένων. Για να διασφαλιστεί η μακρόχρονη βιωσιμότητα του ΤΚΑ αυτό θα πρέπει να αλλάξει. Οι υπεύθυνοι της επενδυτικής πολιτικής του ΤΚΑ έχουν αποτύχει παταγωδώς στο έργο που έχουν αναλάβει. Πρέπει σίγουρα να γίνουν τομές στον τρόπο λειτουργίας του Συμβουλίου Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Θα πρέπει να τεθεί προς δημόσια συζήτηση η ανάθεση σε ειδικούς της επενδυτικής πολιτικής του ΤΚΑ. Αυτοί, καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, θα μπορούσαν να διαχειριστούν το Ταμείο, με δεδομένη την εμπειρογνωμοσύνη και εξειδίκευση τους. Οι δε ιδέες που κυοφορούνται ότι τα δισεκατομμύρια του ΤΚΑ θα τα διαχειρίζονται οι συντεχνίες είναι προτιμότερο να εγκαταλειφθούν το συντομότερο δυνατόν παρά να υλοποιηθούν.

 

https://disy.org.cy/wp-content/uploads/2023/09/logo-site-members.disy_.cy_.png
Επικοινωνία
22883000
Πινδάρου 25, Λευκωσία

Χρήση Cookies | Όροι Χρήσης Ιστοσελίδας
© 2025 ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ. All Rights Reserved.